Μόνο ένα τμήμα της βίας έρχεται στο φως
Για κάθε περίπτωση σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού που γνωστοποιείται, υπάρχουν άλλες 100 που μένουν αθέατες
Του ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΛΑΚΑΣΑ
2023-11-21T08:00:00.0000000Z
2023-11-21T08:00:00.0000000Z
Kathimerini Digital

https://kathimerini.pressreader.com/article/281513640892178
ΤΟ ΘΕΜΑ
Για κάθε περίπτωση σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού που γνωστοποιείται, άλλες 100 μένουν αθέατες, σύμφωνα με τους ειδικούς, οι οποίοι υπογραμμίζουν την αξία της πρώιμης παρέμβασης και τον ρόλο των εκπαιδευτικών. Επιμορφωτικό πρόγραμμα για νηπιαγωγούς σχεδίασε το σωματείο «ΕΛΙΖΑ». Σε τρία ερωτήματα απαντάει ο Αθανάσιος Αλεξανδρίδης, παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής. Στην περίπτωση της κακοποίησης παιδιών δεν είναι μόνο οι αριθμοί των καταγεγραμμένων περιστατικών που πρέπει να σοκάρουν. Βρίθει η ειδησεογραφία –πρόσφατη και παλαιότερη– τέτοιων περιπτώσεων· υποθέσεις αγοριών και κοριτσιών που βίωσαν τη φρίκη είτε μέσα στην οικογένειά τους είτε από άτομα του κοινωνικού τους περιγύρου. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να αναλογιστούμε, ως κοινωνία αλλά και οι πολιτικοί θεσμοί, είναι και η αθέατη πλευρά του εγκλήματος, ένας «σκοτεινός αριθμός». Οπως ανέφερε χθες στην «Κ» ο διευθυντής του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού κ. Γιώργος Νικολαΐδης, «για κάθε περιστατικό σωματικής βίας παιδιού που έρχεται στο φως, υπάρχουν άλλα 35 με 40 που δεν γίνονται γνωστά. Για κάθε περίπτωση σεξουαλικής βίας παιδιού που γνωστοποιείται, υπάρχουν άλλες 100 που μένουν αθέατες». Είναι πολύ δύσκολη η αποκάλυψη από το παιδί ενός τόσο τραυματικού περιστατικού – πόσο μάλλον που στην πλειονότητα των περιπτώσεων κάποιος γονιός ή ένα μέλος του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος το κακοποιεί. Την κατάσταση περιπλέκουν η αδυναμία των εκπαιδευτικών να διαγνώσουν τα συμπτώματα κακοποίησης, η λογική του «πού να μπλέξω τώρα», αλλά και η συχνά γραφειοκρατική αντίληψη των θεσμικών φορέων. Χρειάζονται ιδιαίτερα λεπτοί χειρισμοί για να μην πληγωθεί κι άλλο το παιδί και ταυτόχρονα συντονισμός των αρμόδιων θεσμικών φορέων. Για το θέμα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, διεπιστημονική ομάδα έχει καταθέσει στην κυβέρνηση ενιαίο πρωτόκολλο διαχείρισης σχετικών περιστατικών από τον περασμένο Ιούλιο. Το πρωτόκολλο αποτελεί έναν οδηγό με συγκεκριμένα βήματα από τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς, τους κοινωνικούς φορείς, τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές. Βεβαίως, μεγάλη σημασία έχει η πρόληψη και η όσο το δυνατόν γρηγορότερη ανίχνευση των περιστατικών κακοποίησης - παραμέλησης των παιδιών, όπως ανέφερε η κ. Λήδα Αναγνωστάκη, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία του Παν. Αθηνών, η οποία μετέχει στην υλοποίηση ενός εθνικού προγράμματος επιμόρφωσης νηπιαγωγών που οργανώνει το σωματείο κατά της κακοποίησης του παιδιού «ΕΛΙΖΑ». Ειδικότερα, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την έκταση του φαινομένου κακοποίησης ή παραμέλησης μικρών παιδιών –η διαφορά των δύο εννοιών είναι ότι η κακοποίηση γίνεται σκόπιμα, ενώ η παραμέληση αθέλητα–, αλλά υπολογίζεται ότι περίπου 7.500 παιδιά έως 5 ετών πέφτουν κάθε χρόνο θύματα κακομεταχείρισης. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Νικολαΐδης σε σχετική χθεσινή εκδήλωση, τρία στα τέσσερα παιδιά δήλωσαν πως είχαν μία εμπειρία έκθεσης σε σωματική βία (π.χ. ξυλοδαρμό). Επίσης, ένας στους είκοσι ανηλίκους δήλωσε ότι έχει πάνω από επτά διαφορετικές εμπειρίες σωματικής βίας (π.χ. ξυλοδαρμό, απειλή με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο). Ως προς τη σεξουαλική βία, ένα στα έξι παιδιά έχει μία σχετική εμπειρία (π.χ. έκθεση σε πορνογραφικό υλικό), χωρίς ωστόσο να έχει σωματική επαφή με τον θύτη. Αντίθετα, το 7,6% των παιδιών δήλωσε ότι έχει μία εμπειρία σεξουαλικής βίας με σωματική επαφή, ενώ το 3,1% των παιδιών έχει μία εμπειρία βιασμού ή απόπειρας βιασμού. Και τα τραύματα στο παιδί –προφανώς τα ψυχικά– δύσκολα επουλώνονται. Γι’ αυτόν τον λόγο έχουν μεγάλη αξία η πρώιμη παρέμβαση και η ανίχνευση των ενδείξεων κακοποίησης από τους εκπαιδευτικούς. Ωστόσο, οι μαρτυρίες των εκπαιδευτικών και τα στοιχεία των κοινωνικών φορέων δείχνουν πως το σύστημα έχει κενά. Οι εκπαιδευτικοί διστάζουν, οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί όπου υπάρχουν δεν επαρκούν. Υπάρχει λαβύρινθος αρμοδίων που πρέπει να αρθούν στο ύψος του λειτουργήματός τους, και κάπου εκεί χάνεται η λύση. «Ο νόμος είναι σαφής», παρατηρεί στην «Κ» η κ. Ηλέκτρα Κουτσούκου, νομικός με διδακτορικό στα δικαιώματα του παιδιού και επιστημονική συνεργάτις του «ΕΛΙΖΑ». Τα βήματα, όπως ορίζει το άρθρο 23 του νόμου 3500/2006, είναι τα εξής: • Ο εκπαιδευτικός ο οποίος, κατά την εκτέλεση του έργου του, με οποιονδήποτε τρόπο πληροφορείται ή διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος μαθητή έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, τον διευθυντή της σχολικής μονάδας. • Εκείνος ανακοινώνει, αμέσως, την αξιόποινη πράξη στον αρμόδιο εισαγγελέα ή στην πλησιέστερη αστυνομική αρχή. Την ίδια υποχρέωση έχουν οι υπεύθυνοι των πάσης φύσεως μονάδων προσχολικής αγωγής. Τέσσερις φάσεις Στο Ενιαίο Εθνικό Πρωτόκολλο περιγράφονται οι τέσσερις φάσεις που ακολουθεί ένα περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης από την έγερση της πρώτης υπόνοιας, στην αναφορά στις αρχές εφαρμογής του νόμου, στην προανακριτική και ανακριτική φάση, την κυρίως δίκη έως και τη θεραπεία του παιδιού-θύματος και την υποστήριξη αυτού και της οικογένειάς του. Oπως αναφέρει το πρωτόκολλο, όταν αποκαλύπτεται, τυχαία ή ηθελημένα, μια υπόθεση κακομεταχείρισης παιδιού, συνήθως ακολουθεί μια κρίσιμη κατάσταση. Τα παιδιά δεν γνωρίζουν πώς θα αντιδράσουν οι ενήλικοι όταν τους αποκαλύψουν όλες τις πληροφορίες, αν θα τα πιστέψουν, θα τα υποστηρίξουν ή θα τα κατηγορήσουν. Ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά μπορεί να μην κατανοούν τις συνέπειες που ακολουθούν την αποκάλυψη τέτοιου είδους πληροφοριών και μπορεί να σοκαριστούν ή να μπερδευτούν από την αντίδραση των ενηλίκων σε αυτές τις αποκαλύψεις. Εάν ένα παιδί αποκαλύψει κακοποίηση είναι εξαιρετικά σημαντικό το πρόσωπο στο οποίο γίνεται η αποκάλυψη να ανταποκριθεί κατάλληλα για να υποστηρίξει το παιδί. Αυτό το γεγονός θα αποτρέψει την περαιτέρω επιβάρυνση του παιδιού, όπως και την υπονόμευση της απαραίτητης διερεύνησης που πρέπει να ακολουθήσει. Είναι συχνό φαινόμενο τα παιδιά να δίνουν αρχικά λίγες πληροφορίες για να ελέγξουν πρώτα πώς θα αντιδράσουν οι ενήλικοι και στη συνέχεια, όταν νιώσουν μεγαλύτερη ασφάλεια, να αποκαλύπτουν περισσότερα.
el-gr