Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Εκτίναξη των δαπανών για συντάξεις

Ανήλθαν το 2020 στο 18% του ΑΕΠ λόγω αναδρομικών και ύφεσης

Της ΡΟΥΛΑΣ ΣΑΛΟΥΡΟΥ

Στο 18% του ΑΕΠ εκτινάχθηκαν οι δαπάνες για συντάξεις το 2020, εξαιτίας αφενός μεν των αναδρομικών ποσών που επιδικάσθηκαν σε συνταξιούχους με δικαστικές αποφάσεις, αφετέρου δε της μεγάλης ύφεσης. Αν και αυτή η απότομη αύξηση οφείλεται σε συγκυριακούς λόγους, οι δαπάνες για συντάξεις στη χώρα μας είναι διαχρονικά πολύ υψηλές και παρά τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια

στο ασφαλιστικό, θα αργήσουν πολύ να υποχωρήσουν στα μέσα επίπεδα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Είναι ενδεικτικό ότι το 2018 ανέρχονταν στο 16,1% του ΑΕΠ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν στο 12,7%. Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας, θα μειωθούν στο 13,8% του ΑΕΠ το 2030 και στο 11,9% το 2070. Τη μείωση των δαπανών για συντάξεις καθυστερεί η γήρανση του πληθυσμού.

Στο 18% του ΑΕΠ εκτίναξαν, το 2020, τις συνταξιοδοτικές δαπάνες της χώρας μας οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης στην πορεία ανάκαμψης της χώρας αλλά και οι συνεχείς δικαστικές αποφάσεις που ακύρωσαν προηγούμενους, «μνημονιακούς» νόμους και οδήγησαν σε επιστροφές αναδρομικών ποσών σε εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους. Αν και η δαπάνη βγήκε εκτός ευρωπαϊκού στόχου, η κατάσταση βελτιώνεται άμεσα, κατά την επόμενη 10ετία, ακόμη και αν το έτος αναφοράς δεν είναι το «χτυπημένο» από την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού 2020 αλλά το 2019.

Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2021-2024 που κατατέθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή από το υπουργείο Οικονομικών, εκτός από τις αναθεωρημένες προβλέψεις της Αθήνας για την οικονομική ανάπτυξη και το χρέος, περιλαμβάνονται και εκτιμήσεις για την πορεία της συνταξιοδοτικής δαπάνης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σαφώς επηρεασμένες τόσο από την αναπροσαρμογή του ΑΕΠ (-9,7% το 2020) όσο και από τις υποχρεώσεις για επιστροφή αναδρομικών ποσών σε συνταξιούχους, με βάση τις τελευταίες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Τα στοιχεία δείχνουν, βέβαια, ότι τα αμέσως επόμενα χρόνια, ήδη δηλαδή από την επόμενη κιόλας 10ετία, θα υπάρξει σημαντική μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών, με άμεση συνέπεια τη μεγάλη μείωση κατά 6,4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ στις δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία μεταξύ του 2020 και του 2070.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και στηρίζονται στην έκθεση για τη γήρανση του πληθυσμού (Ageing report 2021), που αναμένεται να δημοσιοποιηθεί εντός του Μαΐου, οι συνολικές δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία στη χώρα μας, κατά το «δύσκολο» 2020, ανήλθαν στο 26,4% του ΑΕΠ το 2020, εκ των οποίων το 18,0% αφορούσε συνταξιοδοτικές δαπάνες. Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat για το 2018 (τα πλέον τελευταία διαθέσιμα στοιχεία), οι δαπάνες για συντάξεις στην Ελλάδα ήταν στο 16,1% του ΑΕΠ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν στο 12,7%.

Βέβαια, όπως προκύπτει και από τις προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας για το διάστημα 20212024, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες μειώνονται ήδη κατά την πρώτη δεκαετία από 18,0% σε 13,8% και περιορίζονται στο 11,9% του ΑΕΠ στο τέλος του ορίζοντα προβολής, ήτοι το 2070. Μάλιστα, επισημαίνει στο κείμενο που απέστειλε η ελληνική πλευρά στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ότι η φθίνουσα πορεία της πρώτης δεκαετίας ισχύει, ακόμη και αν η σύγκριση δεν γίνει με το αποτέλεσμα του 2020 αλλά με το ποσοστό του 2019, όταν η συνταξιοδοτική δαπάνη ήταν στο 15,7% του ΑΕΠ.

Τα αποτελέσματα της ανάλυσης που περιλαμβάνονται στο κείμενο, δείχνουν ότι οι μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια στο συνταξιοδοτικό σύστημα, μπορούν να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα ακόμη και σε ένα πλαίσιο δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων, με δραματική μείωση του πληθυσμού, κυρίως εξαιτίας των περιορισμένων γεννήσεων. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, ακόμη και η επίδραση των νέων μακροοικονομικών παραδοχών λόγω της πανδημίας, οι οποίες έως το 2030 είναι λιγότερο ευνοϊκές σε σύγκριση με τις προβλέψεις του παρελθόντος (πριν από την πανδημία) και οδηγούν σε υψηλότερο επίπεδο συνταξιοδοτικών δαπανών, κατά το δεύτερο μισό της περιόδου προβολής (μετά το 2040) έχουν αντίθετο αποτέλεσμα, είναι ευνοϊκότερες και φτάνουν σε χαμηλότερο επίπεδο σε σύγκριση με τις προβλέψεις προ κορωνοϊού.

Οσον αφορά τις δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία χωρίς σύνταξη, οι προβλέψεις της έκθεσης για τη γήρανση στην Ε.Ε. του 2021, που αποκαλύπτονται στο πρόγραμμα, παρότι αυτή καθαυτήν η έκθεση θα δημοσιοποιηθεί αργότερα, δείχνουν μικρότερη μείωση από 8,4% σε 8,1% του ΑΕΠ μεταξύ 2020-2070, προφανώς λόγω της σημαντικής αύξησης των ατόμων μεγάλης ηλικίας.

Περιορισμένη αύξηση παρουσιάζουν τα στοιχεία και όσον αφορά τις δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη, καθώς από 5,0% το 2020 αυξάνονται σε 5,4% του ΑΕΠ στο τέλος της περιόδου προβολής, ενώ οι δαπάνες για μακροχρόνια περίθαλψη παραμένουν σταθερές στο 0,2%. Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται προβλέψεις και για το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών (άθροισμα τόσο των εισφορών εργοδότη όσο και αυτών που καταβάλλει ο εργαζόμενος), οι οποίες ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνονται ελαφρώς από 8,4% το 2020 σε 7,9% το 2070.

Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2021-2024 δείχνουν ότι τα αμέσως επόμενα χρόνια θα υπάρξει σημαντική μείωση των δαπανών.

ΠΡΩΤΗ ΣΕΛΙΔΑ

el-gr

2021-05-06T07:00:00.0000000Z

2021-05-06T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/281500754120467

Kathimerini Digital