Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Τη µάχη θα κρίνουν οι διστακτικοί

Επιστήµονες εξηγούν στην «Κ» πώς η σωστή πληροφόρηση θα πείσει επιπλέον συµπολίτες µας να εµπιστευθούν τον εµβολιασµό

Της ΠΕΝΝΥΣ ΜΠΟΥΛΟΥΤΖΑ

Στο καθοριστικό σηµείο όπου θα πρέπει να πεισθούν οι διστακτικοί ώστε να κλείσουν ραντεβού και να εµβολιαστούν έναντι της COVID-19 βρίσκεται η επιχείρηση «Ελευθερία». Εως και την Παρασκευή είχε εµβολιαστεί το 64% των ενηλίκων, ενώ ο ρυθµός των εµβολιασµών έχει µειωθεί σε περίπου 50.000 µε 60.000 την ηµέρα, αριθµός που αναµένεται να µειωθεί περαιτέρω τις επόµενες δύο εβδοµάδες και λόγω των διακοπών του Αυγούστου. Ωστόσο είναι σαφές ότι πλέον το πρόγραµµα έχει πλησιάσει τον πιο σκληρό πυρήνα των διστακτικών και των αρνητών των εµβολίων. Και ενώ για τους αρνητές οι ειδικοί σηµειώνουν ότι δεν υπάρχει δίαυλος επικοινωνίας, οι διστακτικοί µε τη σωστή πληροφόρηση και το χτίσιµο της εµπιστοσύνης θα µπορούσαν να πάρουν την καλύτερη γι’ αυτούς απόφαση.

«Εκτιµώ ότι το ποσοστό των αρνητών στη χώρα µας δεν ξεπερνά το 7%-8%. Με τους αρνητές δεν υπάρχει επικοινωνία. ∆εν θα ακούσουν ό,τι τους πούµε. Οι υπόλοιποι από τους πολίτες που δεν έχουν ακόµα εµβολιαστεί διστάζουν. Αλλά είναι επίµονοι στον δισταγµό τους», σηµειώνει στην «Κ» η οµότιµη καθηγήτρια Παιδιατρικής και πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Εµβολιασµών Μαρία Θεοδωρίδου. Ο φόβος για παρενέργειες και για ενδεχόµενες µακροχρόνιες επιπτώσεις, η τάση του ατόµου να προτιµά τη θεραπεία από την πρόληψη, που εκφράζεται και µε αµφιβολία ως προς την αποτελεσµατικότητα των εµβολίων, υποδαυλίζονται από την παραπληροφόρηση µέσω ∆ιαδικτύου, η οποία, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Θεοδωρίδου, «συνδέει τέρατα και σηµεία µε τα εµβόλια». Και είναι ο ρόλος των ειδικών να προσεγγίσουν τους διστακτικούς µε συγκεκριµένη διαδικασία και «σκαλοπάτια».

«Πρώτα πρέπει να δεις εάν το άτοµο θέλει να ακούσει τι έχεις να του πεις. Μετά θα πρέπει να τον αφήσεις να εκφράσει το προβληµατισµό του. Αφού το κάνει αυτό, του δίνεις τις απαντήσεις που ζητεί στα θέµατα που τον απασχολούν. Και τέλος, του δίνεις τον χρόνο που χρειάζεται να επεξεργαστεί αυτά που έχει ακούσει ώστε να αποφασίσει σε δεύτερο χρόνο τι θα κάνει. ∆εν επιζητούµε µε µία συνάντηση να αποδεχθεί ο διστακτικός τον εµβολιασµό», τονίζει η κ. Θεοδωρίδου.

«Μια σηµαντική παράµετρος για να αποφασίσει κάποιος να κάνει το εµβόλιο είναι πώς εκτιµά ο ίδιος τον κίνδυνο. Η εκτίµηση του κινδύνου από το κάθε άτοµο είναι διαφορετική και συχνά δεν προσεγγίζεται µε τη λογική. Ποιο είναι πιο λογικό επιχείρηµα από το ότι κινδυνεύει κάποιος να πεθάνει από την COVID-19 εάν δεν εµβολιαστεί; Οταν το 30% των ηλικιωµένων που δεν έχουν εµβολιαστεί δεν πείθεται από αυτό το επιχείρηµα, δεν ξέρω τι µπορεί να το πείσει», επισηµαίνει στην «Κ» ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδηµιολογίας στο Perelman School of Medicine και διευθυντής του µεταπτυχιακού προγράµµατος Κλινικής Επιδηµιολογίας στο Πανεπιστήµιο της Πενσιλβάνια, Θεοκλής Ζαούτης.

Και συνεχίζει λέγοντας ότι «θεωρούµαστε ένα κράτος της ∆ύσης που έχει µε επιτυχία εξαφανίσει µέσω εµβολιασµού πολλά λοιµώδη νοσήµατα, µε αποτέλεσµα να µην έχουµε δει τις καταστροφικές τους επιπτώσεις. Ακόµα και γιατροί που δεν έχουν δει την “άλλη πλευρά”, δεν κάνουν σωστή εκτίµηση του κινδύνου. Ακούω από γονείς ως επιχείρηµα ότι τα παιδιά δεν νοσούν σοβαρά, οπότε δεν χρειάζεται να εµβολιαστούν. Την ίδια όµως στιγµή θεωρούν δεδοµένο ότι θα εµβολιάσουν τα παιδιά έναντι της πολιοµυελίτιδας, η οποία έχει πλέον εξαφανιστεί. Η πιθανότητα θροµβώσεων µετά τη χορήγηση του εµβολίου της Astrazeneca είναι µίαδύο στο εκατοµµύριο εµβολιασµών, όταν µε τη χρήση αντισυλληπτικών οι πιθανότητες είναι 500 έως 1.000 ανά εκατοµµύριο και µε το κάπνισµα 1.700 ανά εκατοµµύριο».

Στη στάση των διστακτικών σηµαντικό ρόλο διαδραµατίζουν οι γιατροί, και όπως τονίζουν οι καθηγητές Θεοδωρίδου και Ζαούτης θα πρέπει να εκπέµπουν ένα κοινό µήνυµα. «Ενα άτοµο διστάζει όταν βλέπει ανθρώπους που λόγω της ιδιότητάς τους θα έπρεπε να γνωρίζουν για τα εµβόλια, να υποστηρίζουν ανυπόστατες θεωρίες για παρενέργειες ή να δίνουν διαφορετικές οδηγίες», επισηµαίνει η κ. Θεοδωρίδου. Ο κ. Ζαούτης σηµειώνει «έχω ακούσει τρελά πράγµατα. Μια γιατρός δεν άφηνε γυναίκα που θηλάζει να εµβολιαστεί, λέγοντας ότι αυτή είναι η άποψή της, και σε αντίθεση µε τις συστάσεις των καθ’ ύλην αρµοδίων. Γιατρός προέτρεπε άτοµο που λαµβάνει αντιβιοτικό λόγω ωτίτιδας να αναβάλει τον εµβολιασµό. Και σε κάποια εµβολιαστικά κέντρα δίνονται οδηγίες για την αποφυγή αλκοόλ για κάποιες ηµέρες µετά τον εµβολιασµό. ∆εν υπάρχει ούτε µία αναφορά από επίσηµες πηγές για το αλκοόλ και το εµβόλιο! Και µπορεί η σύσταση αυτή να µην αποτρέψει κάποιον να εµβολιαστεί, αλλά όταν ένα άτοµο λαµβάνει αντικρουόµενα µηνύµατα, αυτό δηµιουργεί την υποψία ότι υπάρχει κενό στη γνώση µας για τα εµβόλια».

«Το ποσοστό των αρνητών στη χώρα µας δεν ξεπερνά το 7%-8%. Με αυτούς δεν υπάρχει επικοινωνία. ∆εν θα ακούσουν ό,τι τους πούµε».

ΤΟ ΘΕΜΑ

el-gr

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/281608128475104

Kathimerini Digital