Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Απάντηση στον τουρκικό επεκτατισµό

Η ελληνική επιστολή προς τον γ.γ. του ΟΗΕ καταρρίπτει τους ισχυρισµούς της Αγκυρας για τα νησιά του Αιγαίου

Του ΒΑΣΙΛΗ ΝΕ∆ΟΥ

Η επιστολή της µόνιµης αντιπροσώπου στον ΟΗΕ Μαρίας Θεοφίλη προς τον γ.γ. του Οργανισµού Αντόνιο Γκουτέρες µε ηµεροµηνία 27 Ιουλίου 2021 συνιστά ένα κείµενο το οποίο µπορεί να είναι τυπικό ως προς τις διατυπώσεις έναντι παγίων προκλήσεων και απαιτήσεων από την τουρκική πλευρά, παράλληλα όµως αποτελεί ένα πολύ διακριτό µήνυµα της Αθήνας προς τη διεθνή κοινότητα για τα επιµέρους χαρακτηριστικά του αναθεωρητισµού της Αγκυρας. Εν ολίγοις, η Αθήνα δηλώνει στη διεθνή κοινότητα ότι ο τουρκικός αναθεωρητισµός δεν εξαντλήθηκε στους θερινούς

Ενα πολύ διακριτό µήνυµα της Αθήνας προς τη διεθνή κοινότητα για τα επιµέρους χαρακτηριστικά του αναθεωρητισµού της Τουρκίας.

ερευνητικούς πλόες του «Ορούτς Ρέις» το 2020.

Κατ’ αρχάς η επιστολή της κ. Θεοφίλη (απάντηση στην επιστολή του Τούρκου οµολόγου της Φεριντούν Σινιρλίογλου από 13 Ιουλίου) θέτει το ζήτηµα του έωλου χαρακτήρα που έχει η απαίτηση της Αγκυρας για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών αλλά και της σταθερής, πλέον, πρακτικής χαρακτηρισµού ελληνικών νησιών ως αµφισβητούµενης κυριαρχίας. Η µόνιµη αντιπρόσωπος της Ελλάδας τονίζει ότι µε το άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάννης (1923) το σύνολο των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου πέρασε στην Ελλάδα δίχως καµία υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης. Στην επιστολή θίγονται και έµµεσες πλην σαφείς τουρκικές επιθετικές αναφορές, όπως η παραδοσιακή θέση περί νησιών που «επικάθονται» στην τουρκική υφαλοκρηπίδα. Θέσεις όπως αυτή για νησιά που βρίσκονται στην προέκταση της ενδοχώρας της Ανατολίας και είναι σχετικά µε την άµυνα και την ασφάλεια της τελευταίας, καταδεικνύουν την πρόθεση της Τουρκίας να αµφισβητήσει την κυριαρχία της Ελλάδας σε αυτά τα νησιά, σηµειώνεται στην επιστολή.

Στο παρακάτω κείµενο –µεταφρασµένο από τα αγγλικά (τα κείµενα της µόνιµης αντιπροσώπου εκδίδονται πάντα στις δύο επίσηµες γλώσσες του ΟΗΕ, δηλαδή αγγλικά και γαλλικά)– υπάρχουν αρκετές πάγιες διατυπώσεις, αλλά και χρήση αρκετά σκληρής διπλωµατικής γλώσσας. Οπως για παράδειγµα ο χαρακτηρισµός ως «αστήρικτης, αβάσιµης και κακή τη πίστει», της τουρκικής διασύνδεσης ανάµεσα στο καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης και κυριαρχίας των νησιών του Αιγαίου. Αυτή η αποστροφή βρίσκεται στην καρδιά των ελληνικών επιχειρηµάτων για τον τουρκικό αναθεωρητισµό, ο οποίος φαίνεται ότι είναι σε φάση µετεξέλιξης σε πιο επιθετικό ύφος και περιεχόµενο.

Η διπλωµατική αποστολή της Ελλάδας στον ΟΗΕ παρείχε αδιάψευστα επιχειρήµατα για την ορθότητα των θέσεων της Αθήνας στο θέµα των θαλάσσιων ζωνών, αναδεικνύοντας ως παραδείγµατα τις διαρκείς παραβιάσεις του Εθνικού Εναέριου Χώρου αλλά και των υπερπτήσεων ελληνικού εδάφους από τουρκικά µαχητικά και –κυρίως– το τουρκολιβυκό µνηµόνιο που συνήφθη ανάµεσα στην Αγκυρα και την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας της Λιβύης µε γνώµονα την αυθαίρετη παραδοχή ότι τα ελληνικά νησιά δεν έχουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.

Στην επιστολή εγείρεται, ακόµη, η απειλή πολέµου («casus belli») από πλευράς της Τουρκίας από το 1995 σε περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει «το νόµιµο δικαίωµά σε συµφωνία µε το ∆ιεθνές ∆ίκαιο για επέκταση των χωρικών υδάτων της από 6 σε 12 ναυτικά µίλια». Η επιστολή κλείνει µε την υπόµνηση ότι η Τουρκία έχει εισβάλει σε τουλάχιστον τρεις χώρες (Κύπρος, Συρία, Ιράκ) και διατηρεί δυνάµεις και µισθοφόρους στη Λιβύη. Ως εκ τούτου το δικαίωµα της Ελλάδας να λάβει όλα τα απαραίτητα προληπτικά µέτρα ώστε να µπορέσει να εξασκήσει το δικαίωµά της στη νόµιµη άµυνα είναι απολύτως αιτιολογηµένο.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

el-gr

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/281758452330464

Kathimerini Digital