Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Ιστορίες, σοφιστείες και τα ραντεβού με την Ιστορία

Αν ήταν ηθοποιός θα είχε παίξει όλους τους κλασικούς ρόλους αρκετές φορές. Eχει πρωταγωνιστήσει σε όλες τις θεσμικές μεταβολές των τελευταίων 40 ετών, πριν και μετά την ένταξή του στην ενεργό πολιτική. Είχε συμβολή στην αναθεώρηση του 1985-86 καθώς συνεργάστηκε με τον Αναστάση Πεπονή που ήταν γενικός εισηγητής της πλειοψηφίας. Το 1987 εκπροσώπησε το κράτος στη δίκη για την εφαρμογή του νόμου Τρίτση για την εκκλησιαστική περιουσία. Το καλοκαίρι του 1993 προετοίμασε το σχέδιο νόμου του ΠΑΣΟΚ για τη βασιλική περιουσία.

Από το 1995 ώς το 2001 ήταν εισηγητής της πλειοψηφίας για την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001. Σήμερα πιστεύει ότι η αναθεώρηση αυτή δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα έπρεπε. «Το κεκτημένο της αναθεώρησης του 2001 αντιμετωπίσθηκε από την επιστημονική κοινότητα του Συνταγματικού Δικαίου με τρόπο μυωπικό και μικρόψυχο και, ως εκ τούτου, παρεμποδίσθηκε και η γενική κοινή γνώμη αλλά και η ειδική κοινή γνώμη των νομικών, και κυρίως των δικαστών, να αντιληφθεί το βάθος των κανονιστικών μεταβολών που επέφερε η αναθεώρηση του 2001», είπε πρόσφατα.

Η αναθεώρηση του 2001 εισήγαγε σε μια εποχή που ακόμα επικρατούσε η έντονη πόλωση την αρχή της μεταπλειοψηφικής συναίνεσης επιβάλλοντας συνεννοήσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων για κρίσιμα θέματα (όπως ο εκλογικός νόμος). Ενίσχυσε παράλληλα το κοινωνικό κράτος δικαίου (άρθρο 25) και θεσμοθέτησε τις ανεξάρτητες αρχές. Τέλος, ο κ. Βενιζέλος με τη συμμετοχή του στην Ευρώπη μέσα από τα αξιώματα που ανέλαβε την εποχή της κρίσης συνέβαλλε στις μεταβολές των ισορροπιών ανάμεσα στο ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο και το εθνικό Σύνταγμα. Eνας νέος συγχρονισμός του εθνικού δικαίου με το ευρωπαϊκό θεσμικό πεδίο ήταν απαραίτητη προϋπόθεση της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης και των νομικών καινοτομιών που κατέστησαν εφικτές τις συμφωνίες δημοσιονομικής στήριξης και τη διαγραφή χρέους του 2012 (PSI), που είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο και η μοναδική στην ελληνική ιστορία. Ως το 2019 που αποχώρησε από τη Βουλή ήταν εισηγητής για την εκτέλεση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Ως καθηγητής ο κ. Βενιζέλος συνέβαλλε ώστε το Συνταγματικό Δίκαιο να μην περιορίζεται σε μια μηχανιστική προσέγγιση (πώς λειτουργούν τα όργανα του κράτους και οι αρχές που διέπουν το πολίτευμα). Με τη διδασκαλία του φέρνει στο επίκεντρο του Συνταγματικού Δικαίου τη δικαιοπαραγωγική διαδικασία και τα ζητήματα δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας. Eνας «βενιζελικός» συνταγματολόγος δεν θα περιοριστεί μόνο να συμβουλεύσει για το πώς πρέπει να συσταθεί μια κυβέρνηση, αλλά θα στρέψει την προσοχή του στο αν οι νόμοι που ψηφίζονται είναι συμβατοί με το Σύνταγμα.

Τα «Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου» επικεντρώνονται στη μεταπολιτευτική συνταγματική ιστορία και έχουν θεωρητική, αλλά και πρακτική διάσταση. Το όφελος που θα αποκομίσουν όσοι διαβάσουν το βιβλίο –ειδικοί και μη, καθώς το κείμενο είναι προσιτό και στον μη ειδικό– είναι πυκνό και ουσιαστικό. Είναι άλλωστε σπάνιο να διαβάζεις ένα εγχειρίδιο γραμμένο από τον ίδιο τον εισηγητή της εκτενούς και συναινετικής αναθεώρησης του 2001. Eνα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια είναι το Κεφάλαιο Ε΄: Το πρόβλημα της ερμηνείας του Συντάγματος. Τίθεται το ερώτημα: Είναι κάθε ερμηνεία του Συντάγματος «πολιτική» ή «πολιτική» αποκαλείται όποια ερμηνεία δεν έχει προλάβει να εξασφαλίσει για τον εαυτό της τον χαρακτηρισμό της «νομικής» ερμηνείας;

Συνταγματικά «μυστικά»

Ο κ. Βενιζέλος πιστεύει ότι το Σύνταγμα ως κείμενο υπόκειται σε αντιπαραθέσεις, που αναπόφευκτα αποκτούν πολιτικό χαρακτήρα. Δεν θεωρεί όμως ότι η ερμηνεία του είναι πολιτική, καθώς οι θεμελιώδεις κανόνες και μέθοδοι της νομικής ερμηνείας δεν μπορούν να αγνοηθούν. Από την άλλη πλευρά εκτιμά ότι το Σύνταγμα και οι Νόμοι, ως κείμενα, «είναι ανοιχτά σε όλες τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις που ισχύουν για κάθε κείμενο (λογοτεχνικό, φιλολογικό, φιλοσοφικό, νομικό κ.λπ.)» (σελίδα 261).

Αποκαλύπτει έτσι έμμεσα, με αυτή τη χαρακτηριστική προσθήκη στη νέα έκδοση, κάποια από τα «Συνταγματικά μυστικά» του: Προτρέπει τον φοιτητή να αναζητήσει όπλα στις περιοχές της θεωρίας της γλώσσας, της θεωρίας της λογοτεχνίας ή γενικότερα της ερμηνευτικής προκειμένου να εφοδιαστεί με πολλές υποθέσεις εργασίας. «Η σημειωτική, ο δομισμός, οι ποικίλες αποδομιστικές θεωρίες, οι θεωρίες της αφήγησης ή της πρόσληψης, οι μεταμοντέρνες θεωρίες περί “γλωσσικών παιγνίων” μπορούν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης και να διευρύνουν τον ορίζοντα της νομικής ερμηνείας», γράφει χαρακτηριστικά.

Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι όλα αυτά αποτελούν προτροπές προς τη Σοφιστική, έτσι ώστε ό,τι κι αν θέλει να υποστηρίξει ένας νομικός για να εξυπηρετήσει κάποια σκοπιμότητα να μπορεί να το επενδύσει με νομικό κύρος και πειθώ. Ο κ. Βενιζέλος έχει προνοήσει να αμυνθεί απέναντι σε αυτή την κριτική. Ο δομισμός ή τα γλωσσικά παίγνια που συστήνει στους νέους δεν είναι «καινά δαιμόνια». Πρέπει να σταματούν εκεί που αρχίζει η νομική υπόσταση μιας υπόθεσης. Διότι, όπως συμπληρώνει, όλες αυτές οι ασκήσεις αφηγηματικής δημιουργικότητας πρέπει «να μπορούν να διατυπωθούν ως νομικά επιχειρήματα και να υποτάσσονται στην ειδική αποστολή της νομικής ερμηνείας, που καλείται να απαντήσει σε ένα ερώτημα κανονιστικού και όχι αισθητικού ή ηθικού χαρακτήρα».

Ο δομισμός ή τα γλωσσικά παίγνια που συστήνει στους νέους δεν είναι «καινά δαιμόνια». Πρέπει να σταματούν εκεί που αρχίζει η νομική υπόσταση μιας υπόθεσης.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

el-gr

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/281809991938016

Kathimerini Digital