Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Πολλά προβλήματα υγείας και ιατροφοβία

Σε αντιδιαστολή με τις κολακείες που διατυπώνονταν, η σάρκα του Μάο ήταν θνητή. Μετά τα 50 του, είχε αρκετά προβλήματα υγείας: αϋπνία, συχνή βρογχίτιδα, αρρυθμία, περιοδοντίτιδα κ.λπ. Τα περισσότερα προκαλούνταν από τις κακές συνήθειές του: από τα νεαρά του χρόνια δεν διήγε υγιεινή ζωή, λάτρευε το λιπαρό κρέας, κάπνιζε υπερβολικά, δεν βούρτσιζε ποτέ τα δόντια του και σπάνια έκανε ντους. Η ψυχολογική κατάστασή του είχε αρχίσει επίσης να κλονίζεται, καθώς εμφάνιζε τάσεις λιποθυμίας σε πολυσύχναστα μέρη, όπως στις παρελάσεις στην πλατεία Τιενανμέν.

Ωστόσο, ήταν πολύ υπερήφανος για να δεχτεί ότι είχε γεράσει. Τον Μάιο του 1956, σε ηλικία 63 ετών, κολύμπησε στον ποταμό Γιανγκτσέ για δύο ώρες, δείχνοντας στον κόσμο ότι ήταν αρκετά δυνατός για να παραμείνει ο κύριος της Κίνας. Ομως, ο φόβος του για τη γήρανση και τον θάνατο αυξανόταν μαζί με την ανησυχία του για τη διαδοχή του, την πάλη για την εξουσία και τον μελλοντικό επαναστατικό δρόμο της Κίνας. Αρχισε να λαμβάνει θεραπείες για μακροζωία και φυσικά αφροδισιακά – η σεξουαλική του ζωή από αυτό το χρονικό διάστημα θα μπορούσε να θυμίσει εύκολα στον κινεζικό λαό έναν αυτοκράτορα με τις 3.000 παλλακίδες του.

Το 1960, ο Μάο για πρώτη φορά ανέφερε τον θάνατό του δημόσια, προβλέποντας ότι θα πεθάνει «από πυροβολισμό», θα δολοφονηθεί. Από το 1964, οι αναφορές του για τον θάνατό του έγιναν όλο και πιο συχνές. Κατά την ίδια περίοδο, ο ίδιος είχε μεταδώσει επίτηδες τις φήμες της αρρώστιας του για να δοκιμάσει τις αντιδράσεις της ΕΣΣΔ και της Δύσης.

Το καλοκαίρι του 1970, η συνωμοσία του διαδόχου του, στρατηγού Λιν Πιάο, του προκάλεσε ζωηρή ανησυχία, που αμέσως τον οδήγησε σε σοβαρή βρογχίτιδα. Τον Σεπτέμβριο του 1971, αφού το σχέδιο του Λιν να τον δολοφονήσει απέτυχε, διαγνώστηκε με πνευμονία, η οποία επηρέασε και την καρδιακή του λειτουργία. Δεν μπορούσε να περπατήσει, ούτε να μιλήσει καθαρά, ωστόσο από την περηφάνια του αρνήθηκε να υποβληθεί σε θεραπεία. Τον Φεβρουάριο του 1972, λίγο πριν από την ιστορική επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Νίξον στο Πεκίνο, ο Μάο αναγκαστικά άρχισε να συνεργάζεται με την ιατρική ομάδα του. Στη συνομιλία των δύο ηγετών στις 21 του μηνός, η γήρανση και η αδυναμία του Μάο ήταν προφανής, αλλά τουλάχιστον δεν του συνέβη τίποτα έκτακτο, προς μεγάλη ανακούφιση των Κινέζων γιατρών, οι οποίοι κρύβονταν με ένα σωρό ιατρικό εξοπλισμό –τους τον είχε φέρει ο Κίσινγκερ την προηγούμενη χρονιά– στην αόρατη γωνία της αίθουσας όπου οι δύο πρόεδροι συζητούσαν.

Τα επόμενα δύο χρόνια, ο Μάο έχασε και την όρασή του. Η συνείδησή του, όμως, παρέμενε. Ολες οι επικοινωνίες του με την υπόλοιπη ηγεσία πραγματοποιούνταν μέσω της γραμματέως/ερωμένης του και του ανιψιού του. Αν και αρνήθηκε να υποβληθεί ακόμα και στις πιο βασικές εξετάσεις, οι γιατροί επιβεβαίωσαν ότι είχε αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση, στεφανιαία καρδιοπάθεια, πνευμονική νόσο και καταρράκτη. Επιπλέον, προβλεπόταν ότι θα ζούσε το πολύ δύο χρόνια ακόμα – για το οποίο ο ίδιος δεν ενημερώθηκε.

Ο Μάο δεν πίστευε ότι είχε κάτι σοβαρό. Δέχτηκε μόνο μια απλή εγχείριση καταρράκτη για να διαβάζει μόνος του τα πολιτικά έγγραφα και συνέχισε να υποδέχεται τους ξένους αρχηγούς, όπως τον Φορντ τον Δεκέμβριο του 1975.

Τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1976, όμως, ο Μάο υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου και οδηγήθηκε στη διακοπή των δημοσίων εμφανίσεών του. Η μη συνεργάσιμη στάση του ίδιου, η άγνοια των μελών της Κεντρικής Επιτροπής (συμπεριλαμβανομένης και της συζύγου του, Τζιάνγκ Τσινγκ) για την ιατρική επιστήμη, η προκατάληψη και η δυσπιστία τους προς τους διανοουμένους, ίσως και η σκοτεινή συνωμοσία μερικών από αυτούς, συνέχισαν να εμποδίζουν την εφαρμογή σωστού σχεδίου διάσωσής του. Στις 9 Σεπτεμβρίου, λίγες μέρες μετά το τρίτο έμφραγμα του μυοκαρδίου, ο Μάο πέθανε από καρδιαγγειακές παθήσεις σε μια βίλα μέσα στον αυτοκρατορικό κήπο Τζονγκνανχάι, στο κέντρο του Πεκίνου. Γύρω του ήταν η αδιάφορη σύζυγός του, η γραμματέας/ ερωμένη του και τα ανώτερα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής.

ΙΣΤΟΡΙΑ

el-gr

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/282067689975776

Kathimerini Digital