Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Αινιγµατική εξοµολόγηση

Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ

ΟΑϊζάια Μπερλίν (Isaiah Berlin) ξεκινάει το εξαιρετικό δοκίµιό του «Herzen and Bakunin on Individual Liberty» («Russian Thinkers», Penguin, 2008) µε τη φράση ότι «από όλους τους Ρώσους επαναστατικούς συγγραφείς του 19ου αιώνα ο Χέρτσεν και ο Μπακούνιν παραµένουν οι πιο συναρπαστικοί» (σ. 93). Οταν όµως διαβάσεις το δοκίµιο, διαπιστώνεις ότι τη δήλωση αυτή την εννοεί κυρίως για τον Χέρτσεν (βλ. και σ. 212). Το έργο του Χέρτσεν στην Ελλάδα είναι ουσιαστικά άγνωστο –δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι άλλο πέρα από τα «Ανάλεκτα» που είχε εκδώσει ο Κάλβος το 1970–, ενώ το έργο του Μπακούνιν, αντίθετα, είναι αρκετά γνωστό. Ελειπε όµως µέχρι τώρα η περίφηµη «Εξοµολόγησή» του. Την εξέδωσαν πρόσφατα (2021) οι «Εκδόσεις των Συναδέλφων», σε µια υποδειγµατική έκδοση που όµοιά της δεν υπάρχει, όσο ξέρω, σε άλλη ευρωπαϊκή γλώσσα. Εξηγούµαι: η ελληνική έκδοση περιλαµβάνει όλα τα σχόλια του Γιούρι Στεκλόφ, 250 πολύ πυκνές σελίδες, από την τετράτοµη έκδοση έργων του Μπακούνιν που έκανε ο ίδιος το 1926-27 –δηλαδή, επί Στάλιν!– και τα οποία δεν υπάρχουν σε καµία άλλη ευρωπαϊκή έκδοση της «Εξοµολόγησης»! Ο Στεκλόφ –µπολσεβίκος, ιστορικός και εκδότης, πέθανε το 1938 στις σταλινικές φυλακές– γνωρίζει κυριολεκτικά τα πάντα για τα επαναστατικά κινήµατα της Ευρώπης, για πρόσωπα εντελώς άγνωστα σήµερα, για τα έντυπά τους, τις εφηµερίδες, τα φυλλάδια, τις συζητήσεις και τις συγκρούσεις τους.

Από τις 23 Μαΐου 1851, ο Μπακούνιν βρίσκεται φυλακισµένος στην Πετρούπολη, έχοντας προηγουµένως εκτίσει δύο χρόνια σε φυλακές της Ευρώπης, και ο τσάρος Νικόλαος Α΄ του ζητάει να του ανοίξει την καρδιά του, να του µιλήσει µε ειλικρίνεια, αντιµετωπίζοντάς τον ως ιερέα, ως εξοµολόγο, και όχι ως ανακριτή. Ο Μπακούνιν θα ανταποκριθεί στο αίτηµα και του γράφει την εξοµολόγησή του (βλ. σ. 117, 91), ένα κείµενο που έµεινε άγνωστο όσο ζούσε ο ίδιος και ανακαλύφθηκε το 1917. Απευθύνεται στον τσάρο προσφωνώντας τον «Ηγεµόνα µου», αναφέρεται στις πράξεις του χαρακτηρίζοντάς τες εγκλήµατα και αµαρτίες που αξίζουν σκληρή τιµωρία, ευχαριστεί τον Θεό και την Πρόνοιά του, θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο της τσαρικής χάρης, υπογράφει ως «ο εν µετανοία αµαρτωλός». Ο τσάρος διάβασε την εξοµολόγηση του Μπακούνιν, υπογράµµισε χωρία της, σχολίασε στο περιθώριο. Ο Μπακούνιν αποσιώπησε τούτο το κείµενό του και δεν υπάρχει αµφιβολία ότι θα προτιµούσε να µην το έχει γράψει. Το κείµενο όµως είναι εδώ, ένα από τα ελάχιστα που έγραψε ο Μπακούνιν στη µητρική γλώσσα του, και αποτελεί ουσιαστικά αυτοβιογραφία του.

Η «Εξοµολόγηση» διαβάστηκε ώς τώρα µε δύο ουσιαστικά τρόπους. Ο ένας ήταν ότι ο Μπακούνιν υποκρίνεται τον µεταµεληµένο για να σώσει τη ζωή του (έτσι διαβάζει το κείµενο και ο Στεκλόφ), και ο άλλος ότι βρίσκεται σε προσωπική κρίση και αδυναµία, αναθεωρεί και µετανιώνει – σηµειωτέον ότι την εποχή που γράφει την «Εξοµολόγηση» ο Μπακούνιν δεν είναι ακόµη αναρχικός, αλλά κολυµπάει στα νερά του επαναστατικού πανσλαβισµού (βλ. σ. 126). Υπήρξε βέβαια και ο τρόπος που διάβασαν την «Εξοµολόγηση» οι σταλινικοί: κατάπτυστο κείµενο προδοσίας και υποταγής στον τσάρο.

Θεωρώ ότι και οι δύο αυτοί τρόποι ανάγνωσης –τον τρίτο δεν τον συζητώ– έχουν ένα κοινό αδύναµο σηµείο: θεωρούν ότι µπορούµε να ξέρουµε τι γίνεται στην ψυχή του Μπακούνιν την ώρα που γράφει µέσα σε εκείνο το µπουντρούµι της Πετρούπολης – πράγµα αδύνατο και ερµηνευτικά αδιέξοδο. Πρέπει, πιστεύω, να διαβάσουµε το κείµενο θεωρώντας κατ’ αρχήν ότι αληθεύει, συνειδητά ή ασυνείδητα, και να δούµε τι έχει να µας πει, σε συνάρτηση µε άλλα κείµενα του Μπακούνιν, αφήνοντας στην άκρη το αναπάντητο ερώτηµα αν σε κάθε αράδα του ο συγγραφέας υποκρίνεται ή όχι. Θα εξηγήσω αυτό που εννοώ µε τρία παραδείγµατα. Πρώτον, ό,τι και να ’ναι, ειλικρινής ή υποκριτική, η «Εξοµολόγηση» είναι το κείµενο ενός επαναστάτη. Κατά τον 19ο αιώνα και µέχρι τα µέσα του 20ού, ένας άνθρωπος µπορούσε να δηλώνει επαναστάτης, όπως ένας άλλος δήλωνε δάσκαλος ή µηχανικός. Η επανάσταση ήταν η δουλειά του, έτρεχε παντού, από χώρα σε χώρα, µε κίνδυνο της ζωής του, αναζητώντας ή δηµιουργώντας εστίες επαναστατικής φλόγας. Η επανάσταση ως καθηµερινή δουλειά φωτίζεται εξαιρετικά στην «Εξοµολόγηση»: «Εκείνο το διάστηµα, έψαχνα ένα έρεισµα για δράση. Μη βρίσκοντας αυτό το έρεισµα στους Πολωνούς […], άρχισα να το αναζητώ στους Σλάβους. Αφού πείστηκα αργότερα ότι ούτε στο σλαβικό συνέδριο θα έβρισκα τίποτα, άρχισα να µαζεύω ανθρώπους εκτός συνεδρίου και πήγα να συστήσω µια µυστική εταιρεία […]» (σ. 132, βλ. και σ. 129).

Το δεύτερο που φωτίζεται επίσης στην «Εξοµολόγηση» είναι η ιδέα της εξέγερσης ως γιορτής, κάτι που θα χαρακτηρίσει µελλοντικά τη σκέψη του Μπακούνιν και θα κάνει µεγάλη σταδιοδροµία στα εξεγερσιακά κινήµατα µέχρι σήµερα. Αντιγράφω λίγες αράδες από όσα γράφει για το παρισινό 1848: «Ηταν µια γιορτή δίχως αρχή και τέλος. Εβλεπα τους πάντες και δεν έβλεπα κανέναν, επειδή όλοι χάνονταν σε ένα αναρίθµητο πλήθος που γλεντούσε. […] Ηταν λες κι ο κόσµος όλος αναποδογύρισε. Το απίθανο έγινε κοινότοπο, το αδύνατο δυνατό, ενώ το πιθανό και το κοινότοπο έγιναν ανούσια» (σ. 89).

Το τρίτο παράδειγµα που θα φέρω για όσα µας φωτίζει η «Εξοµολόγηση», αν τη διαβάσουµε πέραν των αδιάγνωστων προθέσεων του συγγραφέα της, είναι η ιδέα της επανάστασης ως καταστροφής: «Ηµουν έτοιµος για οποιοδήποτε παράτολµο εγχείρηµα, αρκεί να µην ήταν ποταπό, και µεταµορφώθηκα ολόκληρος σε επαναστατική σκέψη και σε πάθος για καταστροφή» (σ. 140, βλ. και 149-150). Αυτή η ιδέα του Μπακούνιν θα εµπνεύσει αργότερα ακραίες επαναστατικές οµάδες και τροµοκράτες. Θα µπορούσα να πολλαπλασιάσω τα παραδείγµατα.

Ο τσάρος Νικόλαος Α΄ ζητάει από τον φυλακισµένο Μπακούνιν να του ανοίξει την καρδιά του, να του µιλήσει µε ειλικρίνεια. Και αυτός το κάνει.

ΤΈΧΝΕς & ΓΡΆµµΑΤΑ

el-gr

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/282398402457568

Kathimerini Digital