Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Ηρωας που λάμπει γιατί έχει το θάρρος να κοιτάξει τις «ντροπές» του

Eνα ήταν για εμένα το ερώτημα όταν πήρα στα χέρια μου το βιβλίο «Το μάγουλο της Παναγίας»: το αν και το πώς ο Μπουκάλας θα βάλει στο στόμα του Καραϊσκάκη του τις ώρες της ηθικής κατάπτωσης, το στέγνωμα της ανθρώπινης συμπόνιας, την προσχώρηση στον φόνο – τις φριχτές ώρες που οι εθνικισμοί κρύβουν και οι σχολικές εικονογραφίες εξαφανίζουν τις ηθικές πληγές που γεννά η παθολογία του πολέμου και η ζοφερή πλευρά της ανθρώπινης κατάστασης. Και ο Μπουκάλας δείχνει να ξεκίνησε τη γραφή του έχοντας πάρει τις αποφάσεις του. Οι «ντροπές» του Καραϊσκάκη, όπως τις ονομάζει ο συγγραφέας διά στόματος του ήρωά του, βρίσκονται στο κέντρο (ή σε ένα από τα κέντρα) της αφήγησής του. Ποιες είναι αυτές οι «ντροπές»; Οι πολύμορφες συνεργασίες του Καραϊσκάκη με τους Τούρκους ή και η απειλή για επανάληψή τους στις θυελλώδεις έριδες του ελληνικού στρατοπέδου, η φριχτή πυραμίδα με τα κομμένα κεφάλια των Τούρκων νεκρών μετά τη μάχη της Αράχωβας και, το ακόμη χειρότερο, η σφαγή των Αρβανιτών αιχμαλώτων στο Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα τον Απρίλιο του 1827, παρά την αντίθετη υπόσχεση που ο ίδιος είχε δώσει για να παραδοθούν. Ο Μπουκάλας δίνει σε αυτές τις «εξομολογήσεις» του ήρωά του ορισμένες από τις καλύτερες σελίδες του βιβλίου του: ειδικά η περιγραφή για το στήσιμο του πύργου των κομμένων κεφαλιών των Τούρκων στην Αράχωβα (όπου στο τέλος πλένει ο ίδιος τα κεφάλια των μπέηδων που τοποθετεί πλάι στη φριχτή επιγραφή) είναι από τις πιο φριχτές (αλλά και πιο τίμιες) περιγραφές της λογοτεχνίας μας.

Γεννιέται ένα αυτονόητο ερώτημα – που αφορά και όλες τις αντίστοιχες αφηγηματικές προσπάθειες: πόση σχέση έχει ο Καραϊσκάκης που ζωντανεύει στην αφήγηση του Μπουκάλα με τον αληθινό Καραϊσκάκη. Θα λογάριαζε πράγματι ο αληθινός Καραϊσκάκης για «ντροπή» την πυραμίδα της Αράχωβας – ή θα την καμάρωνε ως απολύτως φυσικό επακόλουθο μιας νίκης; Το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί μονάχα εν μέρει, καθώς την κρυφή αλήθεια ενός ανθρώπου δεν μπορεί να τη γνωρίζει ούτε καν ο ίδιος – πόσο μάλλον ένας συγγραφέας μετά 200 χρόνια. Αλλά αυτό που καταθέτει ως ψυχισμό του Καραϊσκάκη ο Μπουκάλας σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει εν κενώ. Εχουμε επαρκή ιστορικά δεδομένα για την οργή και την απόγνωση του Καραϊσκάκη για τη σφαγή του Αγίου Σπυρίδωνα, όπου αποφάσισε να εγκαταλείψει τον πόλεμο: «Δεν θέλω πια να κυβερνάω ένα τέτοιο άπιστο ασκέρι...» Και μπορώ να πω πως ο άνθρωπος που σχηματίζεται στις σελίδες από το «Μάγουλο της Παναγίας» (και ελπίζω σύντομα να αναδυθεί και στη σκηνή) διεκδικεί θαρρείς λυσσασμένα τη σάρκα και το αίμα του. Αρα δεν είναι μπορετό για έναν τέτοιο ήρωα, την ώρα του απολογισμού του, να μην στρέψει τα μάτια του στα ματωμένα χέρια του, στις ενοχές του.

Είναι προφανές ότι στα δικά μου μάτια ο Καραϊσκάκης ετούτου του βιβλίου λάμπει – κι όχι γιατί κατάφερε με τα βρισίδια του να κοκκινίσει το μάγουλο της Παναγίας στην εικόνα της στην εκκλησία του Αιτωλικού. Ο Καραϊσκάκης του Μπουκάλα λάμπει γιατί έχει την τόλμη (ή και το ήθος) να σηκώσει τα ματωμένα χέρια του και να τα κοιτάξει. Και να δει σε αυτά το σκοτεινό αίμα των ανθρώπων.

Αυτό που καταθέτει ως ψυχισμό του Καραϊσκάκη ο Μπουκάλας σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει εν κενώ.

ΤΈΧΝΕς & ΓΡΆµµΑΤΑ

el-gr

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

2021-08-01T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/282415582326752

Kathimerini Digital