Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Νταν Γεωργακάς: «έφυγε» ο µεγάλος επαναστάτης της διασποράς στις ΗΠΑ

Επιµέλεια: ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΟΥΡΝΑΡΑ athinaika@kathimerini.gr

Μακρόταλος, µε ένα µαύρο –συνήθως– ζιβάγκο να ανεβαίνει στον λαιµό, επιβλητικό λευκό µουστάκι, ανακατεµένα µαλλιά και µια φωνή γεµάτη πάθος όταν µιλούσε για την Ελλάδα, ο Ελληνοαµερικανός Νταν Γεωργακάς, ποιητής, συγγραφέας, ακτιβιστής και ιστορικός, ξεχώριζε από την υπόλοιπη οµογένεια. Είχε πάντα λοξή µατιά στα πράγµατα, µιλούσε και έγραφε από άλλη γωνία θέασης για µετοίκηση των συµπατριωτών µας στις ΗΠΑ. Ισως γιατί είχε γεννηθεί στο Ντιτρόιτ το 1938 –το «αµερικανικό χωριό µου», έτσι το έλεγε– και είχε παρακολουθήσει βιωµατικά την άνοδο και την πτώση της εργατικής τάξης, την απώλεια του αµερικανικού ονείρου µέσα από αυτήν την τροµερή πόλη της αυτοκινητοβιοµηχανίας. Εφυγε πριν από µερικές ηµέρες από τη ζωή, αφήνοντας πίσω του µεγάλο έργο, ένα δικό του εντελώς λιθαράκι στην ιστοριογραφία. Η στήλη τον είχε γνωρίσει το 2009 στη Φιλαδέλφεια, σε ένα συνέδριο για το µέλλον του ελληνισµού στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Γλυκός, ζεστός, µε σοφία ηλικίας και χαρακτήρα, ήξερε να µαγνητίζει το ακροατήριο.

Το σηµαντικότερο µάλλον είναι πως αναφερόταν δίχως συµπλέγµατα σε εκείνες τις πρώιµες εποχές, όπου οι µετανάστες από την Ελλάδα ήταν αποσυνάγωγοι κοινωνικά. Μια δυο γενιές δηλαδή προτού γίνουν δικηγόροι, γιατροί, πολιτικοί και επιχειρηµατίες. Ηταν µεροκαµατιάρηδες, µια «ζώνη ασφαλείας» ανάµεσα στους µαύρους και τους λευκούς, κάτι σαν κοινωνικό αµορτισέρ που απορροφούσε τους κραδασµούς των διακρίσεων. ∆εν είναι τυχαίο, έλεγε, ότι το Greektown στο Ντιτρόιτ ήταν κοντά στις γειτονιές των Αφροαµερικανών, και οι Ελληνες ήταν οι µόνοι που δεν έκαναν φυλετικές διακρίσεις στα εστιατόρια και στα µαγαζιά τους. Οχι λόγω συνειδητοποιηµένου ανθρωπισµού ή ανεπτυγµένης ηθικής, όσο λόγω καθηµερινής τριβής και ανάγκης για επιβίωση. Ο ίδιος ανέπτυξε τεράστιο ενδιαφέρον για την ιστορία της εργατικής τάξης, τα κινήµατα των Αφροαµερικανών, τα αριστερά ρεύµατα στην οµογένειά µας στις ΗΠΑ. Ως παιδί ωθήθηκε προς τη µόρφωση από τον Πελοποννήσιο πατέρα του, που ήθελε ο γιος του να καλλιεργηθεί, να προχωρήσει. Αλλά θεωρούσε ότι έµαθε τα πάντα για τον κόσµο µέσα από τον κινηµατογράφο.

Για δεκαετίες, άλλωστε, ήταν ψυχή του περιοδικού Cineaste και ο άνθρωπος που έφερε το ελληνικό σινεµά στις ΗΠΑ, µέσα από φεστιβάλ και δράσεις. «Ελληνοαµερικανός σηµαίνει να πέφτεις το βράδυ για ύπνο και να µην ξέρεις σε ποια γλώσσα θα ονειρευτείς. Να κάνεις κάτι στην καθηµερινότητα και µέσα σου να σκέφτεσαι: “Α! Να ο Ελληνας εαυτός µου!”. Να σε φωνάζουν Αµερικανάκι στην Ελλάδα και Ελληνα στην Αµερική, να αισθάνεσαι ότι υπάρχεις µε διττή ταυτότητα. Το να είσαι µετανάστης σού δίνει ένα σοφό τρίτο µάτι», είχε πει στη συνέντευξη που µου είχε δώσει τότε για την «Κ». Το 2015, ο σκηνοθέτης Κώστας Βάκκας είχε κάνει ένα ντοκιµαντέρ για τη ζωή του εκλιπόντος, που προβλήθηκε στη χώρα µας, µε τίτλο «Ο Επαναστάτης της ∆ιασποράς».

∆ΕΥΤΕΡΗ ΣΕΛΙ∆Α

el-gr

2021-12-03T08:00:00.0000000Z

2021-12-03T08:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/281612423683948

Kathimerini Digital