Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Εκκρεµές

TΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ

Είχαν περάσει περισσότερες από 48 ώρες. Εχουν βγει τρεις-τέσσερις κοµµατικές ανακοινώσεις. Ο πρόεδρος έκανε και ξαναέκανε δηλώσεις. Μίλησε για περισσότερο από µία ώρα στη Βουλή. Κι ωστόσο, όποιος παρακολούθησε όλες τις εξωτερικεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ, µπορεί ακόµη να απορεί: Τελικά, τι πιστεύουν για την υποχρεωτικότητα του εµβολιασµού στους άνω των 60 ετών; Είναι σωστή – όπως η υποχρεωτικότητα την οποία ζητούν για τους ενστόλους; Είναι σωστή µόνο επί της αρχής, αλλά εφαρµόζεται λάθος γιατί το πρόστιµο δεν κλιµακώνεται, όπως είπε ο Τσίπρας, ανάλογα µε το εισόδηµα; Ή είναι µέτρο αυταρχικό και «πινοσετικό» –άρα εντελώς λάθος–, όπως είπε ο γραµµατέας του κόµµατος;

Ο Τσίπρας αντιγυρίζει αυτή την κριτική λέγοντας ότι ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του ήταν ανακόλουθοι· έλεγαν ότι είναι ατελέσφορο και αντισυνταγµατικό το µέτρο, που αναγκάστηκαν τελικώς να υιοθετήσουν. Οµως, η καταγγελία της παλινωδίας του αντιπάλου δεν συνιστά θέση. Εκτός και αν η αντιπολίτευση είναι απλώς το εκκρεµές που ταλαντεύεται πάντοτε απέναντι από τη θέση που παίρνει η κυβέρνηση.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αγανακτεί που, στην πιο δύσκολη στιγµή της πανδηµίας, τα media σπαταλούν ενέργεια για να επισηµαίνουν τις δικές του αντιφάσεις – σαν να ήταν η στάση του χωρίς συνέπειες. Αγανακτεί ακόµη περισσότερο όταν ακούει αυτό το «τι θα γινόταν αν». Κι όµως, σε αυτό το ερώτηµα καταλήγει πάντα ο πολιτικός ανταγωνισµός – σε µια επιλογή µεταξύ δύο εναλλακτικών. Βλέπουµε τι κάνει ο Μητσοτάκης. Ξέρουµε τι έκανε τεσσεράµισι χρόνια στην εξουσία ο Τσίπρας. ∆εν υπάρχει πιο θεµιτό ούτε πιο καίριο ερώτηµα από το «τι θα γινόταν αν» στα πράγµατα ήταν πάλι ο τέως πρωθυπουργός.

Τι θα έκανε ο Τσίπρας αν έπρεπε εκείνος να πάρει µια απόφαση για να καλύψει την υγειονοµική τρύπα του µισού εκατοµµυρίου ανεµβολίαστων στην πιο ευπαθή, αλλά και πιο πολιτικοποιηµένη, κατηγορία του πληθυσµού; Ο Μητσοτάκης παραµέρισε το δόγµα του· αναθεώρησε την αρχική του άρνηση και ανέλαβε το πολιτικό ρίσκο. Με ποια κριτήρια θα αποφάσιζε, αν ήταν στη θέση του, ο Τσίπρας; Πόσο θα βάραινε στην επιλογή του το πολιτικό κόστος; Πόσο θα τον οδηγούσε το εσωτερικό του «θυµόµετρο» – αυτό το αντανακλαστικό τού να ακολουθεί σχεδόν πάντα ό,τι προσλαµβάνει ως συναίσθηµα της πλατείας;

Η δηµοκρατία, ναι, είναι και µηχανή µεταβολισµού συναισθηµάτων. Οµως, πρωτίστως είναι µηχανή επίλυσης προβληµάτων. Το πρώτο –η διαχείριση του συναισθήµατος– είναι απλώς ένα από τα µέσα για να εκπληρωθεί ο καταστατικός της σκοπός, που είναι το δεύτερο.

Κάπως έτσι, αφηρηµένα και µετα-ιδεολογικά, θα µπορούσε να συνοψίσει κανείς το σηµερινό µενού των εναλλακτικών. Από τη µία, η πολιτική τεχνολογία που πάει στο πρόβληµα – και, παρεµπιπτόντως, διαχειρίζεται και το συναίσθηµα. Και από την άλλη, η ποιµαντική που αφιερώνεται στο συναίσθηµα, αναγνωρίζοντάς το ως το µόνο πρόβληµα.

Είναι θεµιτό να ρωτάµε «τι θα γινόταν αν»;

ΑΠΟ ΑΛΛΗ ΣΚΟΠΙΑ

el-gr

2021-12-03T08:00:00.0000000Z

2021-12-03T08:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/282282438582124

Kathimerini Digital