Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

● ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.

Της ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΤΖΩΡΤΖΗ

Στη χρηματοδότηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ θα κατευθυνθεί το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων που θα προκύψουν από το ομόλογο ύψους 300 εκατ. ευρώ και διάρκειας επτά ετών που αναμένεται να εκδώσει η εισηγμένη.

Οι κίνδυνοι για τις τράπεζες από την πανδημία δεν έχουν εξαλειφθεί και ούτε έχουν αποτυπωθεί πλήρως στα χαρτοφυλάκιά τους, καθώς ένα σημαντικό μέρος των δανείων παραμένει σε καθεστώς προστασίας, με συνέπεια να έχει αβέβαιη ακόμη συμπεριφορά. Αυτό επισημαίνει η ΤΤΕ στην έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που δημοσίευσε χθες, σημειώνοντας παράλληλα την επιδείνωση της ποιότητας των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών με την αύξηση του ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογίας, αλλά και τους νέους κινδύνους που συνεπάγεται για τα τραπεζικά χαρτοφυλάκια η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.

Οπως εξηγεί η ΤΤΕ, οι τράπεζες πέτυχαν το α΄ εξάμηνο του έτους σημαντική μείωση των κόκκινων δανείων, αλλά το γεγονός ότι ένα απόθεμα ύψους 9 δισ. ευρώ τελεί ακόμη υπό κάποιο καθεστώς προστασίας, όπως το πρόγραμμα Γέφυρα ή τα προγράμματα step up που έχουν εφαρμόσει οι ίδιες οι τράπεζες, δεν έχει απομακρύνει οριστικά τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσει η πανδημία. Με βάση τα στοιχεία της ΤΤΕ, το 40% των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το 9% των εξυπηρετούμενων βρίσκονται ακόμη σε καθεστώς προστασίας, γεγονός που τα καθιστά υψηλού ρίσκου και άρα η επίδραση της πανδημίας δεν έχει ακόμη καταγραφεί πλήρως στα μεγέθη των τραπεζών.

Παράγοντας ανησυχίας αποτελεί, σύμφωνα με την ΤΤΕ, το υψηλό ποσοστό της αναβαλλόμενης φορολογίας στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών, που αυξήθηκε περαιτέρω στο τέλος του α΄ εξαμήνου του τρέχοντος έτους στο 62% από 53% τον Δεκέμβριο του 2020. Αιτία είναι η μείωση των κεφαλαίων που υφίστανται οι τράπεζες λόγω των αυξημένων ζημιών που εγγράφουν στους ισολογισμούς προκειμένου να καλύψουν τις απώλειες από τις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων. Συγκεκριμένα, ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET 1) σε ενοποιημένη βάση μειώθηκε τον Ιούνιο του 2021 σε 12,5% από 15% τον Δεκέμβριο του 2020 και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου (Total Capital Ratio) μειώθηκε σε 15% από 16,6%.

Ετσι τα κεφάλαια που αποτελούνται από την αναβαλλόμενη φορολογία και τα οποία ανέρχονται σε 14,8 δισ. ευρώ αντιπροσωπεύουν πλέον μεγαλύτερο ποσοστό των εποπτικών κεφαλαίων. Εάν μάλιστα ληφθεί υπόψη η επίδραση του λογιστικού προτύπου 9 (IFRS), που απομειώνει περαιτέρω τα κεφάλαια των τραπεζών, το ποσοστό της αναβαλλόμενης φορολογίας φθάνει το 71,5%. Η ΤΤΕ διαπιστώνει την ανάγκη να διαμορφώσουν οι τράπεζες επαρκή μελλοντική κερδοφορία προκειμένου να μην αποτελέσουν κίνδυνο για την κεφαλαιακή τους βάση σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Η ΤΤΕ υπογραμμίζει τη σημαντική εξυγίανση των χαρτοφυλακίων τους που έχουν επιτύχει έως τώρα οι τράπεζες, μειώνοντας το απόθεμα των κόκκινων δανείων στο τέλος Ιουνίου στα 29,4 δισ. ευρώ από 47,2 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2020 και τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 20,3% από 30,1%, ενώ σε σχέση με τον Μάρτιο του 2016 –οπότε και καταγράφηκε το υψηλότερο στοκ κόκκινων δανείων– η μείωση έφτασε τα 78 δισ. ευρώ.

Εντούτοις η εξυγίανση είχε κόστος για τις τράπεζες, καθώς υποχρεώθηκαν να πάρουν προβλέψεις συνολικού ύψους 6,4 δισ. ευρώ το α΄ εξάμηνο του 2021, εξέλιξη που τις οδήγησε σε ζημίες ύψους 4 δισ. ευρώ έναντι 900 εκατ. ευρώ το 2020. Να σημειωθεί ότι η τάση αυτή συνεχίστηκε το γ΄ τρίμηνο του έτους, καθώς οι τράπεζες πούλησαν ή τιτλοποίησαν πρόσθετα χαρτοφυλάκια, αναλαμβάνοντας σημαντικές ζημίες.

Ενθαρρυντική η μείωση των NPE’S, αλλά δάνεια 9 δισ. παραμένουν υπό προστασία και εμφανίζουν αβέβαιες προοπτικές.

OIKONOMIKH

el-gr

2021-12-03T08:00:00.0000000Z

2021-12-03T08:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/282359747993452

Kathimerini Digital