Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Δεν κυνηγώ κουφάρια, αλλά ιστορίες

Από το 1987 ο Κώστας Θωκταρίδης ανακαλύπτει ναυάγια στον βυθό των ελληνικών θαλασσών. Εκεί, λέει, βλέπεις σαν ταινία τις τελευταίες στιγμές των ανθρώπων

Της ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΣ ΠΟΥΡΝΑΡΑ

Στις 6 Δεκεμβρίου του 1941, ένα από τα μεγαλύτερα υποβρύχια του βρετανικού πολεμικού στόλου, το μήκους 80 μέτρων «Περσεύς» έκανε περιπολίες κοντά στις ακτές της ιταλοκρατούμενης Κεφαλονιάς. Είχε αναχωρήσει από τη Μάλτα με προορισμό την Αλεξάνδρεια, το κύριο λιμάνι των συμμάχων στη Μεσόγειο. Εκτός από το πλήρωμα των 59 ανδρών, δύο επιβάτες στριμώχτηκαν στους λιγοστούς χώρους διαβίωσης. Ο Ελληνας υποπλοίαρχος Νικόλαος Μέρλιν, ύπαρχος του «Γλαύκος» που ήθελε να δει από κοντά την εξελιγμένη τεχνολογία σε αυτό το υποβρύχιο, και ο θερμαστής Τζον Κέιπς, που θα επέστρεφε στην Αίγυπτο διά της υποθαλασσίας οδού για να αναλάβει υπηρεσία σε άλλο υποβρύχιο. Στις δέκα το βράδυ μια έκρηξη συγκλόνισε τον «Περσέα» που έπλεε στην επιφάνεια της θάλασσας. Είχε πέσει σε ιταλική νάρκη και το νερό έμπαινε με ορμή στο εσωτερικό μέχρι που το υποβρύχιο έφτασε στον βυθό. Ο Κέιπς που λαγοκοιμόταν στάθηκε τυχερός. Το πρυμναίο διαμέρισμα είχε μείνει στεγανό.

Αν και τραυματισμένος, άρχισε μέσα στο σκοτάδι να ερευνά για ζωντανούς με έναν φακό. Εντόπισε τρεις. Το σχέδιό του ήταν να ανοίξουν μια ανθρωποθυρίδα διαφυγής πριν ανεβεί η στάθμη ή τελειώσει το οξυγόνο. Ο χρόνος ήταν ελάχιστος και είχαν αρχίσει να παγώνουν. Βρήκε ένα μπουκάλι με ρούμι και όλοι ήπιαν μερικές ευεργετικές γουλιές. Ομως η θυρίδα λόγω της εξωτερικής πίεσης του νερού δεν άνοιγε και χρειάστηκε να παλέψει πολύ για να τα καταφέρει. Υστερα μοίρασε στους τραυματισμένους συσκευές Davis. Επρόκειτο για μια εφεύρεση που έδινε καθαρό οξυγόνο για ανάδυση από μικρά βάθη. Εκείνοι βρίσκονταν στα 52. Σαν θαύμα, ο θερμαστής ήταν ο μόνος τελικά που κάλυψε την κάθετη γραμμή προς την επιφάνεια, το όριο που χώριζε τον θάνατο από τη ζωή. Μια κυριολεκτικά χουντινική απόδραση, απίστευτη για τα ανθρώπινα δεδομένα και τα ναυτικά χρονικά, αφού θα μπορούσε να έχει πάθει και παράλυση στην ανάδυση.

Εφτασε κολυμπώντας σε μια παραλία του νησιού και τον έκρυψαν συμπατριώτες μας για 18 μήνες μέχρι να φυγαδευτεί. Ομως όταν επέστρεψε στη Βρετανία εκφράστηκε σαφής δυσπιστία από ορισμένους για το κατόρθωμά του, που έμοιαζε πέρα από κάθε φαντασία. Στο κάτω κάτω δεν υπήρχε το όνομά του στον κατάλογο του πληρώματος και κανένας επιζών να επιβεβαιώσει την εκδοχή του. Ομως 56 ολόκληρα χρόνια μετά βρέθηκε κάποιος να επαληθεύσει και να δικαιώσει τον Τζον Κέιπς. Ενας Ελληνας δύτης παθιασμένος με τα ναυάγια που είχε βάλει στόχο ζωής να βρει το υποβρύχιο. Και δεν υπήρχε περίπτωση να σταματήσει αν δεν εντόπιζε το κουφάρι του.

Ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1997 ο Κώστας Θωκταρίδης με την ομάδα του πάνω σε ένα μικρό κόκκινο φουσκωτό 5,5 μέτρων έκαναν την τελευταία θαλάσσια έρευνα στην περιοχή όπου χάθηκε ο «Περσέας». Είχε προηγηθεί ένας ιδιαίτερα δύσκολος μήνας άκαρπων προσπαθειών με αντίξοους καιρούς. Διέθεταν ελάχιστα τεχνικά μέσα: με ένα βυθόμετρο ερευνούσαν την επιφάνεια του πυθμένα για εξογκώματα που μπορεί να ήταν το σουλούπι του ναυαγίου. Οταν είχαν ενδείξεις, έκαναν καταδύσεις για να διαπιστώσουν με τα μάτια τους πλέον τι βρισκόταν στον βυθό. Δυστυχώς είχαν βρει μόνο ξέρες και κάποια άλλα σκαριά αλλά όχι το υποβρύχιο. «Ηταν μια απέλπιδα τελευταία απόπειρα και εμείς βρισκόμασταν πια στα πρόθυρα της υπερκόπωσης. Οι ψαράδες της περιοχής μας είχαν αποθαρρύνει επιμένοντας ότι δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρχει ναυάγιο εκεί όπου το αναζητούσαμε γιατί όλο και κάτι θα είχαν πιάσει στα δίχτυα τους», λέει στην «Κ».

Εκείνη την ημέρα που όλοι γιόρταζαν και έτρωγαν οικογενειακά στη θαλπωρή, τα μέλη της ομάδας ήταν και πάλι στη θάλασσα, για να ψάξουν ένα σήμα που είχαν πιάσει στο βυθόμετρο την προηγούμενη. «Περιέργως μας έκανε μια απίστευτη μπουνάτσα και το εξόγκωμα στην οθόνη έμοιαζε να έχει 80 μέτρα μήκος όπως ο “Περσέας”. Βάλαμε τις στολές και κατεβήκαμε μ’ έναν ακόμη δύτη, τον Σωτήρη Ευαγγελάκη», θυμάται. Δεν το ήξεραν οι δυο τους ακόμη, αλλά έπειτα από μισό και πλέον αιώνα έκαναν την αντίθετη πορεία από αυτήν του Τζον Κέιπς... Σε λίγο άρχισαν να διακρίνουν μέσα στον βυθό τον πυργίσκο και το κανόνι του υποβρυχίου. «Εκείνη τη στιγμή που είχαμε συγκλονιστεί από το θέαμα, ήρθε κοντά μας ένα κοπάδι με τεράστια μαγιάτικα και άρχισαν να κάνουν στροβιλισμούς γύρω μας σαν να χόρευαν. Θα σας φανεί τρελό αλλά ήταν σαν να άκουγα μουσική και θεώρησα ότι τα ψάρια μας καλωσόριζαν», λέει ο Θωκταρίδης.

«Φτάνοντας είδαμε ανοιχτή τη θυρίδα διαφυγής του Κέιπς, βρήκαμε μέχρι και την μποτίλια με το ρούμι! Δεν υπήρχε πλέον καμία αμφιβολία πως κολυμπούσαμε πάνω από το ιστορικό κουφάρι και πως ο Κέιπς είχε περιγράψει με απόλυτη ακρίβεια τη βύθιση και την ηρωική του διαφυγή. Τα συναισθήματα που νιώσαμε όλοι ήταν απίστευτα!» αναφέρει ο Κώστας Θωκταρίδης στην «Κ». «Και πώς να περιγράψεις άλλωστε ότι βλέπεις εσύ για πρώτη φορά ένα ναυάγιο που δεν το έχει δει ανθρώπου μάτι; Ηταν σαν να πήγαμε στο Διάστημα. Το υποβρύχιο ήταν ατόφιο στον βυθό, αφάνταστα εντυπωσιακό. Ιδια συγκίνηση όμως βιώσαμε και όταν λίγο καιρό αργότερα ήρθαν οι εκατοντάδες συγγενείς των νεκρών σε ειδική τελετή για την ανεύρεση και συναντήθηκαν με τους χωριανούς - σωτήρες του θερμαστή. Επιτέλους είχαν μάθει το σημείο βύθισης, για το πού σκοτώθηκαν οι άνθρωποί τους. Ανάμεσα σε αυτούς η κόρη και ο γιος του Κέιπς. Πέρα από τους Αγγλους που τιμούν όσο κανείς τη ναυτική τους παράδοση, για εμένα προσωπικά ο “Περσέας” αναδεικνύει και τον ασύλληπτο ηρωισμό των Ελλήνων που έκρυψαν τον ναυαγό και του έδιναν φαγητό ενώ οι ίδιοι δεν είχαν να φάνε. Θα είχαν με βεβαιότητα εκτελεστεί όλοι τους αν τους έπιαναν οι Ιταλοί ή οι Γερμανοί. Θυμάμαι πως όταν βρήκαμε το υποβρύχιο κάναμε συνεντεύξεις με γέροντες στην Κεφαλονιά που είχαν κρύψει τον Κέιπς. Ρώτησα έναν ηλικιωμένο: “Σκεφτήκατε ποτέ να τον καταδώσετε”; Αγρίεψε, με κοίταξε στα μάτια και μου είπε με την κεφαλονίτικη λαλιά: “Θα αποτελούσε εντροπή!”».

Πρώην ΟΥΚΆΣ

Καθισμένος απέναντί μου με την εικοσάχρονη κόρη του Αγάπη - Ωκεανίδα, την πιο πολύτιμη βοηθό του τα τελευταία χρόνια στην υποβρύχια έρευνα με ρομπότ, παρατηρώ τον κ. Θωκταρίδη. Εχει πάνω απ’ όλα την αυτοκυριαρχία που επιβάλλει η θάλασσα, αλλά όταν μιλάει για τα ναυάγια η φωνή του δονείται από ενθουσιασμό. Από το 1987 έως σήμερα έχει εντοπίσει περισσότερα από 500 σύγχρονα βυθισμένα σκαριά σε όλη την ελληνική επικράτεια. Ταυτόχρονα, είναι και ο άνθρωπος που αναλαμβάνει δύσκολες αποστολές μιας και έχει «κατέβει» δεκάδες φορές στο «Εξπρές Σαμίνα» για πραγματο

Η ανακάλυψη του βρετανικού υποβρυχίου «Περσέας», που βυθίστηκε τον Δεκέμβριο του 1941 στην Κεφαλονιά, ο θερμαστής και το μπουκάλι με το ρούμι.

γνωμοσύνες, αλλά έχει βοηθήσει και στην ανέλκυση του ελικοπτέρου των Ιμίων, έχοντας υπηρετήσει παλαιότερα τη θητεία του και στις τάξεις του Πολεμικού Ναυτικού, στα ΟΥΚ. Η πρώτη ερώτηση είναι αυτονόητη: Τι είναι αυτό που τον ωθεί να έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή σε αυτή την αναζήτηση, που σε άλλους προκαλεί ανατριχίλα φόβου; Οι γνώσεις του, μάλιστα, δεν περιορίζονται μόνον στον βυθό αλλά διαθέτει τη μεγαλύτερη ελληνική και ξένη βιβλιογραφία στην Ελλάδα για το θέμα αυτό, έχοντας περάσει άπειρες ώρες στα βρετανικά και στα γερμανικά επίσημα αρχεία για να συγκεντρώσει το υλικό που χρειάζεται. Σήμερα ο πλούτος αυτός των βιβλίων και των σημειώσεων γεμίζει αρκετά κοντέινερ!

«Το κίνητρό μου είναι οι ιστορίες των πλοίων αλλά και των ανθρώπων που επέβαιναν σε αυτά σαν τον Κέιπς», απαντά δίχως να διστάσει. «Οταν αντικρίζω ένα βυθισμένο σκαρί είναι ταυτόχρονα σαν να βλέπω μπροστά μου σαν ταινία τι συνέβη τις τελευταίες στιγμές του, ποιες προσπάθειες έκανε το πλήρωμα και οι επιβάτες για να σωθούν. Αυτό είναι το συναρπαστικό που με κάνει να πέφτω στον βυθό και όχι μια εμμονή να βρω κουφάρια σαν να είναι ένα είδος κυνηγιού που προστίθενται κάθε τόσο οι εντοπισμοί ως “λάφυρα”», τονίζει.

Με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη και τη Σύμη, η οικογένειά του είχε μεγάλη παράδοση στη ζαχαροπλαστική. Εκείνος πήρε άλλο δρόμο: «Οταν ξεκίνησα στα 18 μου να καταδύομαι, ένας φίλος και μέντοράς μου επέμενε ότι για να γίνω καλός έπρεπε να εργαστώ ως δύτης επαγγελματικά. Ετσι λοιπόν έπιασα δουλειά και μια ημέρα έπρεπε να πάω στην Κρήτη για να βγάλω μια άγκυρα. Εφτασα νωρίς στο λιμάνι του Πειραιά και είχα ώρες για να επιβιβαστώ στο πλοίο. Αποφάσισα να πάω για πρώτη φορά στο Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος που είναι στη Μαρίνα Ζέας. Ηταν άδειο και υπήρχε μόνο ένας ηλικιωμένος κύριος που τον πέρασα για επισκέπτη. Καθώς κοντοστεκόμουν από δω και από εκεί, αυτός ήρθε δίπλα μου και άρχισε να μου εξηγεί τα εκθέματα. Δεν μου συστήθηκε αμέσως αλλά ήταν ο πρόεδρος του μουσείου, ο αείμνηστος ναύαρχος Κωνσταντίνος Παΐζης - Παραδέλλης».

«Ημουν 18 χρόνων και η αφήγησή του με συνεπήρε κυριολεκτικά διότι ήταν εξαιρετικά χαρισματικός ρήτορας και γνώστης. Φεύγοντας ήμουν μαγεμένος κι εκείνος με προέτρεψε να αγοράσω ένα βιβλίο από το πωλητήριο. Τυχαία διάλεξα μια μικρή έκδοση για το υποβρύχιο “Κατσώνης”, το είχε γράψει ο ύπαρχός του Ηλίας Τσουκαλάς, ο οποίος διασώθηκε της βύθισης τον Σεπτέμβριο του 1943 βόρεια της Σκιάθου και κολύμπησε για ώρες μέχρι να φτάσει στο Πήλιο. “Θέλω να το διαβάσεις και να μου πεις τις εντυπώσεις σου”, με ενθάρρυνε ο ναύαρχος. Μέχρι να φτάσω στην Κρήτη το είχα ξεκοκαλίσει. Και είχα ταυτιστεί με τους αξιωματικούς και το πλήρωμα που υπηρέτησαν σε αυτό μέχρι και την ημέρα που βυθίστηκε. Λες και ζούσα μέσα στο υποβρύχιο. Τότε ερωτεύτηκα τη ναυτική ιστορία και τα ναυτικά βιβλία. Οταν γύρισα στον Πειραιά αντί να πάω σπίτι, πήγα στο μουσείο και με την αμοιβή μου από την άγκυρα αγόρασα αρκετές εκδόσεις του. Και βέβαια είπα στον εαυτό μου: “Πρέπει να βρω τον Κατσώνη! Πρέπει να ασχοληθώ με αυτά τα χαμένα ναυάγια”. Ηταν η αρχή του δικού μου ταξιδιού. Ηταν μεγάλο ευτύχημα πως στον εντοπισμό του υποβρυχίου από το Πολεμικό Ναυτικό το 2018 ήμουν και εγώ εκεί και αισθάνθηκα τρομερή συγκίνηση».

Το άφαντο Trooper

Από τη σοδειά των ναυαγίων, ξεχωρίζει τον «Περσέα» ως ορόσημο. Επίσης του έχει εντυπωθεί πολύ η «Βασίλισσα Ολγα» που βυθίστηκε το 1943 στο λιμάνι της Λέρου από γερμανικά βομβαρδιστικά: «Μέχρι και το 1958 ανέλκυαν τα ναυάγια στην Ελλάδα για να πάρουν το μέταλλο λόγω έλλειψης σιδήρου και οι ντόπιοι μου έλεγαν πάλι ότι δεν θα έβρισκα τίποτε. Και όμως πήγα με πείσμα στη Λέρο και όντως βρήκαμε ένα μεγάλο μέρος του πλοίου. Στο ίδιο νησί έψαχνα και ένα χαμένο υποβρύχιο, το βρετανικό Trooper που μέχρι σήμερα παραμένει άφαντο. Εχω κάνει 14 αποστολές και όμως δεν έχω μπορέσει να το βρω, αλλά δεν είμαι ο τύπος που αφήνει εκκρεμότητες στη ζωή του». Πλάι του, η κόρη του Αγάπη, ακούει την αφήγηση του μπαμπά της με θαυμασμό. Εμαθε να καταδύεται από πέντε ετών και σήμερα είναι η πρώτη πιστοποιημένη γυναίκα πιλότος ROV στην Ελλάδα. Πρόκειται για υποθαλάσσια ρομπότ, σαν drones, που απαιτούν εξαιρετική προσοχή στον χειρισμό τους, μπορούν να υποκαταστήσουν τους δύτες, να φτάσουν σε πολύ μεγαλύτερα βάθη και να κάνουν από κινηματογράφηση και φωτογράφιση μέχρι ανέλκυση αντικειμένων.

Το... κόλπο του μπαμπά

«Μεγάλωσα μέσα στο νερό αλλά από τους γονείς μου δεν υπήρξε ποτέ η πίεση να κάνω ό,τι έκαναν και εκείνοι. Ολα έγιναν σαν να ήταν παιχνίδι και όχι εκπαίδευση. Βέβαια ο μπαμπάς μου σκαρφίστηκε ένα κόλπο, που αποδείχτηκε πολύ πετυχημένο. Σαν παιδάκι είχα τρέλα με έναν χαρακτήρα της Ντίσνεϊ, την Αριελ, που ήταν γοργόνα. Μια ημέρα τον είδα να γυρίζει με το φουσκωτό και να κρατά ένα κουκλάκι της Αριελ ως δώρο, οπότε τρελάθηκα να κατεβώ στον βυθό για να τη συναντήσω γιατί ήμουν σίγουρη ότι ζούσε εκεί. Παράλληλα, έβλεπα συνεχώς τα υποβρύχια βίντεο που τραβούσε ο πατέρας μου, οπότε μου φαινόταν ένα πολύ οικείο περιβάλλον. Θυμάμαι να είμαι έξι ετών και να έχω εντυπωσιαστεί με τα ψάρια και τα καβούρια στις πρώτες μου καταδύσεις, ήταν ένας μαγικός κόσμος», λέει η Αγάπη στην «Κ». Το πρώτο ναυάγιο που είδε ήταν ένα αεροσκάφος στη Μακρόνησο όταν ήταν δέκα ετών. «Κάθε φορά που πηγαίνουμε σε βυθισμένα πλοία ή υποβρύχια αισθάνομαι δέος και σεβασμό αλλά ποτέ φόβο, γιατί ξέρω από παιδί πώς να μη βάζω τον εαυτό μου σε κίνδυνο και να ακολουθώ πιστά τους κανόνες», λέει η φοιτήτρια του τμήματος Ψηφιακών Τεχνών και Κινηματογράφου του ΕΚΠΑ.

«Από το 1986 που ξεκίνησα να καταδύομαι έχει γίνει πραγματική επανάσταση στα μέσα που διαθέτουμε. Παλαιότερα για να εντοπίσεις κάτι έπρεπε να βουτήξεις, τώρα με τη νέα τεχνολογία των υποβρυχίων ρομπότ που ζυγίζουν έως 140 κιλά πραγματικά μας δίδονται άλλες δυνατότητες», αναφέρει ο Κώστας Θωκταρίδης. Ωστόσο πατέρας και κόρη επισημαίνουν κάτι σημαντικό: «Συναντάμε όλο και λιγότερα ψάρια και θαλάσσιους οργανισμούς στις ελληνικές θάλασσες. Υπάρχουν μέρη που οι κάτοικοι των νησιών εξακολουθούν να ψαρεύουν με δυναμίτη και έχει συμβεί να καταδυθούμε και να δούμε τον πυθμένα λευκό από τα εκατοντάδες νεκρά ψάρια. Πολλές φορές που συνοδεύουμε ξένους δύτες έχουμε ντραπεί για την εικόνα αυτή. Είναι μια πρακτική καταστροφική, κάτι που πρέπει να σταματήσει πάση θυσία. Επίσης, πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για να ανανεώνεται η θαλάσσια ζωή με απαγόρευση αλιείας σε ζώνες ή περιοχές. Αλλιώς θα μείνουν στον βυθό μόνον τα κουφάρια πλοίων...».

«Συναντάμε όλο και λιγότερα ψάρια στις ελληνικές θάλασσες. Υπάρχουν μέρη όπου οι κάτοικοι των νησιών εξακολουθούν να ψαρεύουν με δυναμίτη».

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

el-gr

2022-08-13T07:00:00.0000000Z

2022-08-13T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/281913071891373

Kathimerini Digital