Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Μέσα στο «Σκοτεινό Δωμάτιο»

Μια άρτια έρευνα - πολύτιμος θησαυρός για την επίτευξη ενός αποφασιστικού βήματος προς τη συλλογική μας αυτογνωσία

Του ΣΠΥΡΟΥ Ν. ΛΙΤΣΑ* * Ο κ. Σπύρος Ν. Λίτσας είναι καθηγητής της Θεωρίας των Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

Είχα αποφασίσει συνειδητά να διαβάσω το «Ενα σκοτεινό δωμάτιο» του Αλέξη Παπαχελά το καλοκαίρι. Γνώριζα ότι θα μου δημιουργούσε την ανάγκη να αφήσω στην άκρη τα δικά μου γραπτά και να ασχοληθώ με τη χούντα. Το σημερινό σημείωμα δεν είναι μια βιβλιοκριτική, μια διαδικασία που ούτως ή άλλως τη θεωρώ άχαρη αλλά και αχρείαστη, αφού σημειώνω ευθύς εξαρχής ότι το «Σκοτεινό Δωμάτιο» πρέπει να μελετηθεί από όλους μας. Αποτελεί μια άρτια έρευνα, μια de profundis παρουσίαση και ανάλυση πάνω σε αρχειακές πηγές και μοναδικές προσωπικές συνεντεύξεις που αποτελούν πολύτιμο θησαυρό για την επίτευξη ενός αποφασιστικού βήματος προς τη συλλογική μας αυτογνωσία.

Το Θέατρο Σκιών

Ο Αλέξης Παπαχελάς υπογραμμίζει από τις πρώτες σελίδες πως ο εθνικισμός, το λούμπεν, ο λαϊκισμός και η υπεραπλούστευση, σε συνδυασμό με την έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών και ανθρώπων με ειδικό διαμέτρημα ώστε να βγουν μπροστά και να αναλάβουν την ευθύνη, οδηγούν σε εθνικές τραγωδίες. Η συλλογική μνήμη το διαπίστωσε στη Μικρά Ασία, όταν η «Μικρή Πλην Τίμια Ελλάδα» θριάμβευσε ως πολιτική τάση, οδηγώντας στον αφανισμό του Ελληνισμού της καθ’ ημάς Ανατολής, όπως και στην Κύπρο με τυράννους να γίνονται περίγελος στα χέρια ξένων μυστικών υπηρεσιών και χρήσιμοι ηλίθιοι για σύγχρονους Μακιαβέλι. Το ευτελές δεν έχει μόνο την ιδιότητα να ξεφτίζει στον χρόνο αλλά και να συμπαρασύρει στη φθορά μαζί του πρόσωπα και καταστάσεις που στην περίπτωση της εξωτερικής πολιτικής μεταφράζονται σε εθνικά συμφέροντα και κύρος.

Κύπρος και Παπαδόπουλος

Οι οπορτουνιστικοί σχεδιασμοί για την Κύπρο ξεκινούν από την πρώτη χούντα, αυτή του Παπαδόπουλου, με τον ίδιο να κλείνει το μάτι στην Αγκυρα και να αποσύρει την Ελληνική Μεραρχία τον Νοέμβριο του 1967 που είχε στείλει μυστικά στη Μεγαλόνησο ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1964. Ο Παπαδόπουλος κατάφερε ένα συντριπτικό χτύπημα στην ελληνική παρουσία στη νήσο, αφενός γιατί δεν ήθελε εντάσεις με την Τουρκία σε μια περίοδο που προσπαθούσε να σταθεροποιηθεί στο εσωτερικό της χώρας και αφετέρου δεν τολμούσε να αρνηθεί στον απεσταλμένο του προέδρου Τζόνσον, Σάιρους Βανς, που είχε σταλεί στην περιοχή για να ηρεμήσει τα πνεύματα αλλά και για να ζητήσει από τη χούντα να κάνει μια κίνηση καλής θέλησης προς την Τουρκία. Μπορεί να φανταστεί ο καθένας τον απόφοιτο του Yale και βαθύ γνώστη των λεπτών ισορροπιών της εξωτερικής πολιτικής να παίζει σαν τη γάτα με το ποντίκι με τον ημιμαθή δικτάτορα που θεωρούσε ότι η βάση του «good diplomacy» [sic] είναι να λες μόνο ναι στους συμμάχους σου αδιαφορώντας για το εθνικό συμφέρον. O δικτάτορας όμως δεν δίστασε να ρίξει και το χαρτί της διπλής Ενωσης στο τραπέζι, προσφέροντας τμήμα της Κύπρου στην Αγκυρα με αντάλλαγμα την ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Το ευτελές του εθνικισμού ως μήτρα δημιουργίας σύγχρονων Πεισίστρατων και πρόθυμων Αλκιβιάδηδων.

Κύπρος και Ιωαννίδης

Με τη δεύτερη όμως χούντα, αυτή του Ιωαννίδη, περνάμε από τη φάση του λαϊκισμού και της ημιμάθειας που χαρακτήρισε την περίοδο Παπαδόπουλου σε αυτήν της ολοκληρωτικής άγνοιας του πώς λειτουργεί το διεθνές σύστημα και στον αταβισμό που μόνο ο γνήσιος σοβινισμός μπορεί να παραγάγει, διανθισμένος με τη μονοσήμαντη απλουστευτικότητα που χαρακτήριζε τη σκέψη του Ιωαννίδη. Απέναντί του είχε τον Μακιαβέλι της δυτικής ψυχροπολεμικής διπλωματίας, τον Χένρι Κίσινγκερ και μια κλειστή ομάδα από ικανότατους πράκτορες της CIA που χειρίζονταν τον ηγήτορα της χούντας vol.2 ως το απόλυτο εργαλείο τους, άλλοτε διαβεβαιώνοντάς τον για τις καλές προθέσεις τους και άλλοτε παραπλανώντας σε βεβιασμένες αποφάσεις. Χαρακτηριστικές είναι οι στιγμές που για να πείσουν τον Ιωαννίδη να αφήσει ανοχύρωτη την Κύπρο εμπρός στην τουρκική εισβολή, η αμερικανική πλευρά τον τρομοκρατούσε με το σενάριο της εισβολής του βουλγαρικού στρατού και των σοβιετικών από τον Βορρά. Πλήρης αποτυχία να συνδέσει τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο με την ευρύτερη πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην ΕΣΣΔ, καθώς επίσης και ολική άγνοια γύρω από την αδυναμία της ΕΣΣΔ να εφαρμόσει ένα τέτοιο σχέδιο ανατροπής της Γιάλτας.

Ο Ιωαννίδης εγκρίνει την ανατροπή του Μακαρίου και ως γκροτέσκο παράλλαξη του ιδεαλιστή Δον Κιχώτη θεωρεί ότι έτσι επιτυγχάνει την Ενωση της Κύπρου με το ελλαδικό κέντρο. Ποια συμπεράσματα όμως μπορούμε να αντλήσουμε από την κυπριακή τραγωδία;

Συμπεράσματα

Συμπέρασμα 1ο: Ο πατριωτισμός δεν είναι ρητορικό σχήμα. Είναι μια συνεπής πολιτική στάση που βασίζεται πρωτίστως στον ρεαλιστικό ορθολογισμό της σύνδεσης των μέσων που διαμορφώνουν τον πυρήνα της κρατικής ισχύος με τον τελικό σκοπό. Οι καλές προθέσεις ή η επίκληση προς το θείο για να σπεύσει σε βοήθεια έχουν αποδειχθεί ανέξοδα φληναφήματα από τη δεύτερη εκστρατεία των Αθηναίων προς τη Μήλο το 416 π.χ. Οσο συχνότερη και πυκνότερη είναι η επίκληση στον πατριωτισμό, δίχως αυτή να συνοδεύεται από πράξεις ενίσχυσης της έξυπνης κρατικής υπόστασης, τόσο αυτός μετατρέπεται σε λαϊκισμό και στην ουσία χρησιμοποιείται για να ποδηγετεί τις μάζες προς ολοκληρωτικά σχήματα που υπόσχονται ηρωικές ήττες γιατί αδυνατούν να αντέξουν τη βάσανο της επίτευξης της καθημερινής επιβίωσης του κράτους στην άναρχη και ανταγωνιστική διεθνή αρένα. Η χούντα όχι μόνο εξευτέλισε την έννοια του πατριωτισμού αλλά και έβλαψε την Ελλάδα σε κοινωνικό, οικονομικό και διεθνοπολιτικό επίπεδο.

Συμπέρασμα 2ο: Η ενασχόληση με την εξωτερική πολιτική σε επίπεδο διαδικασίας λήψης αποφάσεων απαιτεί θεωρητική γνώση της λειτουργίας των διεθνοσυστημικών δομών και των διεθνοδικαϊκών δεδομένων, αλλά και εμπειρική τριβή με τις διεθνοπολιτικές πραγματικότητες που διαπερνούν το διεθνές σύστημα. Ιδιοφυείς πολιτικοί, όπως για παράδειγμα ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Νταβός το 1986 ή ο Μπαράκ Ομπάμα στην έναρξη της Αιγυπτιακής Αραβικής Ανοιξης το 2011, οδηγήθηκαν σε λάθος επιλογές, πόσο μάλλον οι αμαθείς δικτάτορες με τον ναρκισσισμό του αλάνθαστου που η μοναδική τους σχέση με την πολυπλοκότητα της εξωτερικής πολιτικής ήταν η μεταφυσική ψευδαίσθηση της εθνικής παντοδυναμίας και της ταύτισης της Υψηλής Στρατηγικής με τη Στρατιωτική Στρατηγική και το αντίστροφο.

Συμπέρασμα 3ο: Για τα εθνικά σφάλματα την αποκλειστική ευθύνη φέρουν οι εγχώριοι φορείς διαχείρισης της κρίσης. Η Ελληνική Ιστορία για πολλές δεκαετίες βασίστηκε πάνω στην παραμυθία των «κακών ξένων» που οδηγούν τον Ελληνισμό σε συρρίκνωση. Για τα σφάλματά μας υπεύθυνοι είμαστε εμείς, όπως και για τις ολιγωρίες μας, για την ανοχή μας, για την έλλειψη ρεαλισμού και για τη βεβαιότητα ότι υπάρχει ο Από Μηχανής Θεός που θα δώσει λύση υπέρ ημών στην κορύφωση της κρίσης. Για το Κυπριακό υπεύθυνος είναι ο Ιωαννίδης και η κλειστή ομάδα πέριξ αυτού. Ο πρώτος γιατί αφέθηκε στον σοβινιστικό του υπεραπλουστευτισμό να γίνεται υποχείριο του πλέον σκοτεινού τμήματος του βαθέος αμερικανικού κράτους και οι γύρω από αυτόν γιατί ουδείς βρήκε το σθένος να αντιδράσει έγκαιρα απέναντι στον οπορτουνισμό του δικτάτορα. Οταν κανείς δεν τολμά να αναφωνήσει ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός, το κύρος του ηγεμόνα πλήττεται αλλά το κράτος επιβιώνει. Οταν το έλλειμμα ευθυκρισίας πλήττει τον πυρήνα του κράτους, τότε μια νέα εθνική ήττα αναμένει να κάνει την εμφάνισή της από το βάθος του ιστορικού χρόνου.

Συμπέρασμα 4ο: Ο ρόλος των ΗΠΑ ως προς την πρώτη αλλά και δεύτερη εισβολή στην Κύπρο είναι κομβικά αρνητικός. Ο Ιωαννίδης πείθεται από άγνωστα έως και σήμερα παράκεντρα του αμερικανικού βαθέος κράτους, πιθανότατα από τους ακραίους αντικομμουνιστές Ελληνοαμερικανούς της CIA, δίχως όμως αυτό να μπορεί να τεκμηριωθεί με πρωτογενείς πηγές, ότι το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου και η Ενωση δεν θα προκαλέσουν την τουρκική εισβολή. Η τύχη της νήσου, καθώς και ένα σημαντικότατο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που ακόμη παραμένει ανοικτό, βασίστηκε σε μια κενού περιεχομένου διαβεβαίωση. Οι ΗΠΑ το 1974, όπως και σήμερα, δεν ενδιαφέρονται για «το ποιος έχει δίκιο ή άδικο» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το πρώτιστο στην αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι η ενότητα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ και η αποφυγή ελληνοτουρκικού πολέμου. Το είδαμε στην κρίση των Ιμίων, αλλά και απέναντι στη φιλορωσική γραμμή Ερντογάν από το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 μέχρι και σήμερα. Η Ελλάδα οφείλει να προνοεί για την ειρήνη στην Ανατολική Μεσόγειο, δίχως όμως να υποβαθμίζει τα εθνικά της συμφέροντα. Ως προς αυτή την κατεύθυνση η διατήρηση της Ατλαντικής γραμμής στην εξωτερική μας πολιτική είναι σημαντική, δίχως παρεκκλίσεις, αλλά τα εθνικά συμφέροντά μας διασφαλίζονται μέσα από το δόγμα της αυτοβοήθειας. Από Μηχανής Θεοί δεν υπάρχουν.

Συμπέρασμα 5ο: Η εγχώρια άκρα Δεξιά εδώ και δεκαετίες διακινεί τον μύθο ότι επί Ιωαννίδη χάθηκε μόλις το 4% της Κύπρου από τον Αττίλα, ενώ μετά την παλινόρθωση της αστικής δημοκρατίας χάθηκε ένα επιπλέον 36,2% του κυπριακού χώρου. Το «η Κύπρος κείται μακράν» του Κωνσταντίνου Καραμανλή παρουσιάζεται από την άκρα Δεξιά ως αδιαφορία του τότε Ελληνα πρωθυπουργού για την Κύπρο, ενώ στην πραγματικότητα αποτελεί μια ρεαλιστική αποτίμηση της κατάστασης βασισμένη πάνω στον ελλειμματικό εξοπλισμό και στην ελλιπή επιμελητεία πολέμου που τα καθεστώτα, τόσο του Παπαδόπουλου όσο και του Ιωαννίδη, «κληροδότησαν» στην Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία. Η στρατιωτική κινητοποίηση του Ιουλίου του 1974 διδάσκεται πλέον σε διεθνές επίπεδο ως παράδειγμα αποτυχημένης προετοιμασίας πολέμου για ένα κράτος, με τον Ιωαννίδη να μάχεται κρυπτόμενος πραγματικούς εχθρούς με φανταστικά φορτία σκληρής ισχύος και με μηδαμινή εθνική ενότητα λόγω του ειδεχθούς του καθεστώτος στη συλλογική συνείδηση.

Αντί Επιλόγου

Η γνώση είναι το αντίδοτο του λαϊκισμού. Το «Σκοτεινό Δωμάτιο» αποτελεί μια ενδελεχή ανάλυση των ημέτερων σφαλμάτων, του μακιαβελισμού του Kίσινγκερ και του πού μπορεί να οδηγήσει ο σοβινισμός και ο λαϊκισμός ένα κράτος που έχει απολέσει τη δυναμική της λαϊκής δεδηλωμένης και επαφίεται στις αποφάσεις μιας ομάδας ημίτρελων που μεταφράζουν σε συλλογικό μεγαλείο τα προσωπικά τους κενά. Η αχτίδα φωτός που παρεισφρέει εντός σου κλείνοντας το «Σκοτεινό Δωμάτιο» είναι ότι παρά τις σημαντικές δυσκολίες η Ελλάδα του 2022 είναι σε πολύ καλύτερη θέση από αυτήν της περιόδου 1967-1974, λόγω της ισχυρής αστικής δημοκρατίας που χειρίζεται τις τύχες του τόπου και του δυτικού προσανατολισμού που δείχνει σταθερά η συλλογική μας πυξίδα. Αυτό ασφαλώς δεν σημαίνει ότι δεν χρειαζόμαστε ακόμη περισσότερο φως.

Ο εθνικισμός, ο λαϊκισμός και η υπεραπλούστευση, σε συνδυασμό με την έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών και ανθρώπων με ειδικό διαμέτρημα ώστε να αναλάβουν την ευθύνη, οδηγούν σε εθνικές τραγωδίες.

Ο Ιωαννίδης απέναντί του είχε τον Μακιαβέλι της δυτικής ψυχροπολεμικής διπλωματίας, τον Χένρι Κίσινγκερ, και πράκτορες της CIA που τον χειρίζονταν ως το απόλυτο εργαλείο τους.

ΤΈΧΝΕς & ΓΡΆµµΑΤΑ

el-gr

2022-08-13T07:00:00.0000000Z

2022-08-13T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/282544432083885

Kathimerini Digital