Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Κι όμως, τα φράγματα παραμένουν δημοφιλή

όμως «απέναντι» στις λύσεις που οι ερευνητές προτείνουν, πέρα από την αγωνία των αγροτών της περιοχής για αποζημιώσεις; Η επικρατούσα αντίληψη για τις καλλιέργειες και τα απαραίτητα έργα, που ξεκινούν από φράγματα και φτάνουν στην (επανεμφανιζόμενη, με τη βοήθεια του υπουργείου Περιβάλλοντος) μερική εκτροπή του Αχελώου. «Αν είχαμε κάνει 3-4 φράγματα, όπως στον Ενιπέα, στην Πύλη και στο Μουζάκι, δεν θα είχαμε αυτές τις καταστροφές. Στους Σοφάδες γλίτωσαν χάρη στο φράγμα του Σμοκόβου», λέει στην «Κ» ο ειδικός γραμματέας της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης Θεσσαλίας - Στερεάς Ελλάδας Κωνσταντίνος Τζανακούλης. «Η καταστροφή είναι μεγάλη ευκαιρία να δρομολογηθούν μερικά βασικά έργα και να έρθουν νέες μέθοδοι άρδευσης που θα μειώσουν τις απώλειες. Αν, για παράδειγμα, δεν αφήνουμε όλο το χειμερινό νερό του Πηνειού να καταλήγει στη θάλασσα και το διοχετεύουμε σε ταμιευτήρες και υλοποιηθεί και η μερική μεταφορά νερού από τον Αχελώο –η οποία δεν δημιουργεί πρόβλημα σε κανέναν– τότε θα μπορεί να γίνει εμπλουτισμός των υπόγειων υδάτων».

Ο Κώστας Γκούμας είναι γεωπόνος, πρώην διευθυντής της Υπηρεσίας Εγγείων Βελτιώσεων Λάρισας. «Τα 2-2,25 εκατ. κυβικά νερού που προβλέπει για άρδευση στη Θεσσαλία το σχέδιο διαχείρισης του υπουργείου Περιβάλλοντος μπορούν να εξυπηρετηθούν με μικρότερα έργα, όπως τα φράγματα Ενιπέα, Πύλης και περιοδικά ποσότητες νερού από τον Αχελώο, ώστε να μπορεί να υπάρξει ανάταξη των υπόγειων υδροφορέων, που έχουν έλλειμμα 3 δισ. κυβικά νερού». Ερωτώμενος αν θα έπρεπε να συζητήσουμε την αναδημιουργία όλης της Κάρλας, ο κ. Γκούμας είναι αρνητικός. «Σε καμία περίπτωση.

Κατακλύστηκαν 170.000 στρέμματα καλλιεργειών, μαζί μηχανολογικός εξοπλισμός, αποθήκες, αποστραγγιστικά και αρδευτικά δίκτυα, καθώς και οι 10 από τους 14 μικρούς ταμιευτήρες που χρησιμοποιούνταν για άρδευση. Η πολιτεία πρέπει να πάρει μέτρα για την ανάταξη των ζημιών και την ενίσχυση των αναχωμάτων, ώστε να μην εγκαταλειφθεί η γεωργία στην περιοχή». Παράλληλα με τα μεγάλα έργα, ο κ. Γκούμας στηρίζει τη συνεχή προσπάθεια για τη βελτίωση των μεθόδων άρδευσης. «Το 80% στη Λάρισα σήμερα αρδεύεται στάγδην. Το γεγονός αυτό δεν αναιρεί τις σπατάλες που γίνονται. Χρειάζεται λοιπόν ένα “πάντρεμα” των σχεδίων διαχείρισης της λεκάνης απορροής με εκείνο της διαχείρισης πλημμυρών (γιατί κάποια έργα μπορούν να έχουν διπλό ρόλο). Και μια πολιτική που να σέβεται και τη διαχείριση της προσφοράς νερού και της ζήτησης νερού, με μακροπρόθεσμη στρατηγική».

Εχει όμως κατασταλάξει η πολιτεία στη στρατηγική της για τη Θεσσαλία; Από τη μια πλευρά, μέσω της «επιστράτευσης» των Ολλανδών εμπειρογνωμόνων, δείχνει να στηρίζει μια συνολικότερη ανάταξη τόσο των αντιπλημμυρικών υποδομών όσο και της

αγροτικής παραγωγής. Από την άλλη, όμως, μέσα από τη δεύτερη αναθεώρηση του σχεδίου διαχείρισης της λεκάνης απορροής της Θεσσαλίας (που θα παρουσιαστεί σε εκδήλωση δημόσιας διαβούλευσης σε λίγες ημέρες) το υπουργείο Περιβάλλοντος θα επαναφέρει (ως πρόβλεψη) τα έργα της μερικής εκτροπής του Αχελώου (200-250 εκατ. κυβικά νερού ετησίως). Με δεδομένο ότι οι πόροι για την ανάταξη του Κάμπου είναι περιορισμένοι, το ερώτημα είναι αν η επαναφορά της εκτροπής αντικατοπτρίζει πραγματική πρόθεση ή απλώς προορίζεται για «τοπική κατανάλωση».

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

el-gr

2023-11-19T08:00:00.0000000Z

2023-11-19T08:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/281921662781436

Kathimerini Digital