Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ePaper

Γρίφος ο συμπληρωματικός φόρος για τις επιχειρήσεις

Την επίλυση μιας πολύπλοκης δημοσιονομικής εξίσωσης προϋποθέτει η κατάθεση του νομοσχεδίου για την ενεργοποίηση του «νέου ΕΝΦΙΑ». Η εξαγγελία του πρωθυπουργού για συγχώνευση του συμπληρωματικού φόρου με τον κύριο φόρο δημιουργεί μια «τρύπα» περίπου 631 εκατ. ευρώ. Τόσα πληρώνουν σήμερα τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα για τον «φόρο περιουσίας». Μένει όμως να διευκρινιστεί αν τα νομικά πρόσωπα θα εξακολουθήσουν να πληρώνουν τον συμπληρωματικό φόρο ή αν η κατάργησή του θα αφορά και αυτά.

Να σημειωθεί ότι από τα 631 εκατ. ευρώ που είναι η δημοσιονομική απόδοση του συμπληρωματικού φόρου, τα 272 εκατ. ευρώ καταβάλλονται από τις εταιρείες με το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να είναι το εξής: στα νομικά πρόσωπα, δεν υπάρχει αφορολόγητο. Oλες οι επιχειρήσεις πληρώνουν το 0,5% της αξίας των ακινήτων τους στο Δημόσιο. Απόφαση για κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου και στα νομικά πρόσωπα δεν έχει ληφθεί.

Το δεύτερο «κεφάλαιο» που αλλάζει τη σημερινή δημοσιονομική απόδοση του ΕΝΦΙΑ είναι η έκπτωση που θεσπίστηκε το 2019 από τη σημερινή κυβέρνηση. Είναι ένα από τα πρώτα μέτρα που πέρασαν από τη Βουλή, μειώνοντας τον συνολικό λογαριασμό του ΕΝΦΙΑ των φυσικών προσώπων (και πάλι τα νομικά πρόσωπα ήταν εκτός) κατά 22% μεσοσταθμικά ή κατά 576 εκατ. ευρώ. Είναι η προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης ότι θα μειώσει τη συνολική επιβάρυνση από τον ΕΝΦΙΑ κατά 30% κατά τη διάρκεια της τρέχουσας θητείας. Με δεδομένο ότι είχε νομοθετηθεί η μείωση του 22%, υπολειπόταν ένα πρόσθετο 8%, δηλαδή μια πρόσθετη έκπτωση για τα φυσικά πρόσωπα της τάξεως των 200-250 εκατ. ευρώ. Η διατήρηση της συγκεκριμένης έκπτωσης δεν είναι δεδομένη. Είναι ανοικτό το ενδεχόμενο και αυτή να «συγχωνευτεί» με τον κύριο φόρο στο πλαίσιο απλοποίησης του νέου ΕΝΦΙΑ. Δηλαδή, είναι πιθανό η έκπτωση να «συγχωνευτεί» και αυτή με τον κύριο φόρο μειώνοντας προφανώς τον φόρο ανά τετραγωνικό μέτρο. Το τρίτο κεφάλαιο είναι η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων. Η ΑΑΔΕ καλείται μέχρι το φθινόπωρο, που θα κατατεθεί το νομοσχέδιο στη Βουλή, να προϋπολογίσει την αξία του κάθε ξεχωριστού ακινήτου με βάση τις νέες τιμές ζώνης. Εκτιμάται ότι η μεγάλη πλειονότητα των ακινήτων θα «ακριβύνει» στα χαρτιά. Ειδικά στο λεκανοπέδιο της Αττικής, η μέση αύξηση στην τιμή ζώνης ξεπερνάει το 22%-23%. Δεδομένου μάλιστα ότι στο λεκανοπέδιο είναι συγκεντρωμένα τα περισσότερα και τα ακριβότερα ακίνητα, μόνο η πρωτεύουσα μπορεί να δημιουργήσει τον δημοσιονομικό χώρο για να «χρηματοδοτήσει» τους χαμηλότερους συντελεστές της νέας κλίμακας.

Λαμβάνοντας όλους αυτούς τους παράγοντες υπόψη, το υπουργείο Οικονομικών καλείται να δομήσει μια ενιαία κλίμακα υπολογισμού του κύριου φόρου, η οποία θα αποδίδει έσοδα 2,5 δισ. ευρώ, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και το ότι στην πλειονότητά τους οι ιδιοκτήτες θα κληθούν να καταβάλουν από το 2022 λιγότερο φόρο συγκριτικά με αυτόν που θα κληθούν να πληρώσουν από την επόμενη εβδομάδα για το τρέχον έτος.

Εκτιμάται πως η πλειονότητα των ακινήτων θα «ακριβύνει» στα χαρτιά.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

el-gr

2021-09-19T07:00:00.0000000Z

2021-09-19T07:00:00.0000000Z

https://kathimerini.pressreader.com/article/282918093594718

Kathimerini Digital